Ακούστε το άρθρο:
Οι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι και οι κοινωνιολόγοι της θρησκείας μας πληροφορούν πώς οτιδήποτε σχετίζεται με την αντίληψη του Εαυτού αλλά και η διαμόρφωση της ταυτότητας έχουν ξεκάθαρα τις ρίζες τους σε ιστοριολογικούς ιστούς συνείδησης. Το ερώτημα «ποιος είμαι» εμπεριέχεται βαθιά στο ερώτημα «ποιος ήμουν» και αποτελεί τον ορίζοντα της προσμονής και του προβληματισμού για το «ποιος θα γίνω»[1].
Όταν άνθρωποι από διαφορετικές πολιτισμικές καταβολές ξεκινούν το ταξίδι της αναζήτησης ενός νέου «σπιτικού/πατρίδας» και εγκαθίστανται, τελικά, σε μια νέα γη, ανάμεσα σε νέους ανθρώπους, κάτω από νέες ανθρώπινες υπαρξιακές συνθήκες, οι ενστικτώδεις, προστατευτικές αντιδράσεις τους εκδηλώνονται με έναν δυναμικό τρόπο που εμπεριέχει συναισθήματα καχυποψίας, φόβου, αντίστασης, ακόμη και απόρριψης της πολιτισμικής ταυτότητας και των πλεγμάτων νοηματοδότησης που βιώνουν και με τα οποία λειτουργούν τα μέλη του περιβάλλοντος που τους φιλοξενεί (Sitz im Leben στο πρωτότυπο), όπου τα πλέγματα αυτά προϋπάρχουν.
Το ερώτημα «ποιος είμαι» εμπεριέχεται βαθιά στο ερώτημα «ποιος ήμουν» και αποτελεί τον ορίζοντα της προσμονής και του προβληματισμού για το «ποιος θα γίνω»
Η μορφή αυτή προστατευτικής αυτοαποξένωσης μπορεί να έχει θρησκευτική, πολιτιστική ή θρησκευτικοπολιτιστική έκφανση. Το γεγονός αυτό θα συνέβαινε ακόμη και στην περίπτωση που οι νέοι πρόσφυγες και οι κοινότητες υποδοχής μοιράζονται την ίδια ακριβώς θρησκευτική κοσμοαντίληψη ή πίστη (Welthanschuung ή fide, στο πρωτότυπο) καθώς και στην περίπτωση που θα μοιράζονταν δύο πολιτισμικές ταυτότητες, που διαθέτουν πολλά κοινά και αρμονικά χαρακτηριστικά και συστήματα αξιών. Η ένταση και η αποσπασματική διαμάχη που προκύπτουν μεταξύ των φιλοξενούμενων και των φιλοξενούντων, είτε στο θρησκευτικό είτε στο πολιτισμικό επίπεδο, μπορεί δίκαια να θεωρηθεί τόσο αναπόφευκτη όσο και αναπόδραστη.
Εάν οι Σύριοι πρόσφυγες, οι οποίοι εγκαθίστανται στις ευρωπαϊκές κοινωνίες από το 2015 και οι οποίοι προέρχονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία από ποικίλα θρησκευτικά και πολιτισμικά υπόβαθρα, είναι υποκείμενα, θύτες ή θύματα κοινωνικών εντάσεων και συγκρούσεων στο Sitz im Lebens που τους φιλοξενεί, τότε η συγκρουσιακή αυτή κατάσταση δεν είναι πρωτίστως σύμπτωμα θρησκευτικής ή πολιτισμικής ανθεκτικότητας, που καταφεύγει σε αμυντική συμπεριφορά ή γνωσιακή βία. Θα έλεγε κανείς ότι μάλλον, έλκει τις ρίζες της πολύ βαθύτερα και συγκεκριμένα στην πρόσφατη, σχεδόν εξοντωτική, εσωτερική πάλη των Σύριων αυτών, οι οποίοι μέσα από μια διαδικασία αυτοαναστοχασμού στην οποία κατέφυγαν, προσπαθούσαν να θυμηθούν τι ήταν στην πατρίδα τους και από πού εξέπεσαν. Μια τέτοια αντίδραση δεν είναι θρησκευτική, αφού τόσο οι χριστιανοί όσο και οι μουσουλμάνοι ή και οι μη θρησκευόμενοι Σύριοι διέρχονται μέσα από το ίδιο μάτι του κυκλώνα στην προσπάθειά τους για την αναμόρφωση της ταυτότητας τους. Ούτε καν πρόκειται για μια πολιτισμικά φορτισμένη αναζήτηση, καθώς όλοι οι Σύριοι με τα ποικίλα και διαφορετικά μεταξύ τους πολιτισμικά αποτυπώματα, αντιμετωπίζουν την ίδια μοίρα και προσπαθούν εξίσου να διαχειριστούν τις ίδιες απαιτήσεις. Η διάκριση μεταξύ της εμπειρίας της διαδικασίας αυτοπροσδιορισμού μιας συριακής ομάδας και μιας άλλης έγκειται στις συγκεκριμένες αφηγήσεις, παραδόσεις, μεταφυσικές φαντασιώσεις και βιωματικές ιστορίες από τις οποίες η κάθε ομάδα αντλεί τις αναμνήσεις της[2]. Για κάποιον που προέρχεται από τα συγκεκριμένα θρησκευτικά-πολιτισμικά πλαίσια της Συρίας το ερώτημα «ποιος είμαι» θα το επεξεργάζεται μέσα από μια πληθώρα εναλλακτικών μικροκοσμικών αναμνήσεων, οι οποίες λειτουργούν αρκετά διαφορετικά ως προς την οικοδόμηση μιας ταυτότητας παρά το γεγονός ότι και τα πέντε εκατομμύρια Σύριων προσφύγων, που κατέφυγαν στην Ευρώπη και σε άλλα μέρη του κόσμου από το 2015[3], έφυγαν από τη χώρα τους οδηγούμενοι από μια ενστικτώδη προσπάθεια επιβίωσης από την κοινή καταστροφή, την οποία βίωσε ολόκληρος ο συριακός πληθυσμός.
Θα έλεγε κανείς ότι μάλλον, έλκει τις ρίζες της πολύ βαθύτερα και συγκεκριμένα στην πρόσφατη, σχεδόν εξοντωτική, εσωτερική πάλη των Σύριων αυτών, οι οποίοι μέσα από μια διαδικασία αυτοαναστοχασμού στην οποία κατέφυγαν, προσπαθούσαν να θυμηθούν τι ήταν στην πατρίδα τους και από πού εξέπεσαν.
Οι Σύριοι πρόσφυγες στην Ευρώπη εκδηλώνουν διάφορες μορφές απελπισμένης προσφυγής στην ανάμνηση των, ακόμη νωπών, δεινών και τραυμάτων τους, που προέκυψαν από τον πόλεμο της Συρίας. Ή, προσπαθούν να ξεφύγουν από αυτό το τραύμα καταφεύγοντας στη μνήμη μιας φανταστικής προπολεμικής, μεταϊστορικής και ουτοπικής Συρίας. Από την άλλη πλευρά, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες που τους φιλοξενούν στη συντριπτική τους πλειονότητα μαστίζονται από μια επικριτική και προκατειλημμένη προσκόλληση σε μια εξίσου υπερ-ιστορική και σχεδόν μυθοποιημένη, ευρωπαϊκή, ιουδαιοχριστιανική ταυτότητα και «αφήγημα περί καταγωγής». Πιστεύω ότι και οι δύο πλευρές θα πρέπει εξίσου να αποφύγουν το αδιέξοδο μιας τέτοιας εμπειρίας της «επικίνδυνης μνήμης», απελευθερώνοντας τις αυτο-κατανοήσεις τους από τον κομφορμισμό, την εξύμνηση ή την ουσιοποίηση. Και οι δύο πλευρές θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές με την επικίνδυνη μνήμη που μοιάζει να είναι «στερημένη από κάθε μέλλον», όπως είπε κάποτε ο Johann Baptist Metz. Μια τέτοια μνήμη, υποστηρίζει ο Metz, «μπορεί εύκολα να γίνει μια ‘ψεύτικη συνείδηση’ του παρελθόντος μας και ένα όπιο για το παρόν μας».[4] Μέσα στην άβυσσο μιας τέτοιας μετα-ιστορικής απομνημόνευσης, οι καθορισμένες ταυτότητες μετατρέπονται σε απλές αυστηρά καθορισμένες ονοματολογίες με νεφελώδες περιεχόμενο.
Ή, προσπαθούν να ξεφύγουν από αυτό το τραύμα καταφεύγοντας στη μνήμη μιας φανταστικής προπολεμικής, μεταϊστορικής και ουτοπικής Συρίας. Από την άλλη πλευρά, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες που τους φιλοξενούν στη συντριπτική τους πλειονότητα μαστίζονται από μια επικριτική και προκατειλημμένη προσκόλληση σε μια εξίσου υπερ-ιστορική και σχεδόν μυθοποιημένη, ευρωπαϊκή, ιουδαιοχριστιανική ταυτότητα και «αφήγημα περί καταγωγής». Πιστεύω ότι και οι δύο πλευρές θα πρέπει εξίσου να αποφύγουν το αδιέξοδο μιας τέτοιας εμπειρίας της «επικίνδυνης μνήμης», απελευθερώνοντας τις αυτο-κατανοήσεις τους από τον κομφορμισμό, την εξύμνηση ή την ουσιοποίηση.
Θα προσαρμοστούν οι Σύριοι πρόσφυγες μια μέρα στη νέα πολιτισμική και κοινωνική σφαίρα ύπαρξης στην οποία προσπαθούν να ενταχθούν; Το παρόν κείμενο προτείνει ότι η πολυπλοκότητα του ζητήματος της αυτο-κατανόησης και της μνήμης μάς καλεί να συνειδητοποιήσουμε ότι κάθε προσδοκία ενσωμάτωσης που διαμορφώνεται επί τη βάσει σταθερών μορφών πολιτισμικής και κοινωνικής προμελετημένης αυτο-κατανόησης και υπερ-ιστορικών ταυτοτήτων θα ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία τόσο σε πρακτικό και όσο και σε συμπεριφορικό επίπεδο της ύπαρξης. Από αυτή την άποψη, ο Jerrold Siegel με εύγλωττο τρόπο προκαλεί τη σκέψη μας, όταν τονίζει ότι η ικανότητα των ανθρώπων για ανεξαρτησία τους επιτρέπει να είναι πάντα κάτι άλλο από αυτό που είναι, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η ικανότητα δεν είναι προκαθορισμένη και υπαγορευμένη. Πρέπει πάντοτε να βιώνεται και να ασκείται σε περιβάλλον ανεξαρτησίας:
«Είναι ακριβώς αυτή η ιδιότητα της ανεξαρτησίας από σταθερές μορφές που αναγνωρίζουν οι πολιτισμοί όταν προσπαθούν να θέσουν αυστηρά όρια στο τι επιτρέπεται να σκέφτονται και να κάνουν τα μέλη τους, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου… οι πολιτιστικές αρχές επιβάλλουν μια ριζική στένωση των ατομικών υποκειμενικών εξουσιών στο παρόν, αποδίδοντας τη δικαιοδοσία επί των αξιών και των πεποιθήσεων σε θεϊκά όντα ή σε ιδρυτές και ήρωες που έζησαν σε ένα μυθοποιημένο παρελθόν… η σχεσιακή διάσταση της εαυτότητας δεν μπορεί να είναι η μόνη πηγή του αναστοχαστικού εαυτού»[5].
[1]Βλ. Najib George Awad, «Deciphering the Genome of ‘Crisis’ in the Syrian ‘Refugee Crisis’: Towards a Hermeneutic Tripod», στο The Church, Migration and Global (In)Difference, Darren J. Diaz; Jaroslav Z. Skira; Michael S. Attridge and Gerard Mannion (eds.), (Springer Nature: Palgrave Macmillan, 2021), σ. 167-199.
[2] Jerrold Siegel, The Idea of the Self: Thought and Experience in Western Europe since the Seventeenth Century, (Cambridge & New York: Cambridge University Press, 2005), σ. 22.
[3] Ahmad Barakat, «The Syrian Refugee Crisis and Global Security Threats – a case Study of Germany», Syria Studies, 15(2), 2023, σ. 1-34, σ. 1.
[4] Johan Baptist Metz, «Communicating Dangerous Memory» στο Communicating Dangerous memory: Studies in Political Theology, Fred Lawrence (ed.), (Atlanta, GA: Scholars Press, 1987), σ. 37-54, εδώ σ. 109.
[5] Jerrold Siegel, The Idea of the Self: Thought and Experience in Western Europe since the Seventeenth Century, (Cambridge & New York: Cambridge University Press, 2005), σ. 25