Το εικαστικό θέμα είναι έργο του Γάλλου καλλιτέχνη James J. Tissot (1836-1902) με τίτλο “The Raising of the Cross”.

«Σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ». Ο σταυρός του Χριστού και ο ληστής.

Ξεκινήστε

«Σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ». Ο σταυρός του Χριστού και ο ληστής.

Ακούστε το άρθρο:

Ο Χριστός πάνω στον σταυρό, γυμνός: στο κεφάλι ένα ακάνθινο στεφάνι, καρφιά διαπερνούν τους αστραγάλους και τις αρθρώσεις των χεριών Του, κρατώντας Τον καρφωμένο επάνω στο ξύλο. Το σώμα γεμάτο αίμα και μώλωπες, εκκρίνει ιδρώτα και βουβά βογγητά βασανισμένης σάρκας. Τον είχαν χαστουκίσει, φτύσει, σπρώξει, χτυπήσει, χλευάσει, και καθώς ανέβαινε τον Γολγοθά, παραπάνω από μία φορά είχε πέσει κάτω από το φορτίο του οργάνου του βασανισμού Του. Τώρα περιμένει την αγωνία και τον ντροπιαστικό, αργό, αποτρόπαιο θάνατο, υπό το διπλό σημείο της χλεύης και της κατάρας, περιτριγυρισμένος, σε έναν σκουπιδότοπο στην περιφέρεια της πόλης, μονάχα από ανθρώπους εχθρικούς και έναν κάποιον αριθμό περίεργων αδιάφορων, οι οποίοι αρέσκονταν στην παρακολούθηση εκτελέσεων και όλων των ειδών των δημοσίων βαναυσοτήτων. Δεξιά και αριστερά Του, άλλοι δύο σταυροί, καθένας με το θήραμά του, δύο ληστές, δύο δολοφόνοι – δύο κοινοί εγκληματίες, ώστε η περιφρόνηση να είναι ακόμα χειρότερη. Είναι η ώρα του μεσημεριού, ο ήλιος καίει ανελέητα, η δίψα – η ίδια η ουσία αυτού του τρόπου εκμηδενισμού- έχει ήδη αρχίσει να Τον κατακλύζει, και όλα αυτά δεν είναι τίποτα παρά αναλήθεια, ήττα, απελπισία, πόνος, εξάντληση.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, να που έρχονται και οι γραμματείς, οι γραμματιζούμενοι, οι Φαρισαίοι, οι Σαδουκκαίοι, οι οπαδοί του Ηρώδη, οι γέροντες, όλο το συνάφι των νικητών. Και όλοι κουνάνε με φρονιμάδα τα λευκά τους κεφάλια. Συμπονετικά και ειρωνικά Τον προκαλούν, Τον περιγελούν, Του λένε να κατέβει από τον σταυρό για να τους πείσει. Εκείνοι, άλλωστε, αυτό μονάχα περιμένουν: να δουν για να πιστέψουν.

Ο απόλυτα εκπληκτικός χαρακτήρας της ανταμοιβής πώς εξηγείται; Από πού προέρχεται; Σήμερα, Μαζί μου, στον Παράδεισο! Υπάρχει μια βιασύνη σε αυτές τις κουβέντες, μια αίσθηση έκτακτου, μια κινητήριος δύναμη, μια πληρότητα αλλά και ένας αναβρασμός, που δεν γίνεται παρά να προκαλέσει έκπληξη.

Ακόμα και ο ληστής στα αριστερά Του, Τον αποπαίρνει, Τον προκαλεί, Τον κοροϊδεύει, Τον προσβάλλει. Όχι όμως και εκείνος στα δεξιά Του. Εκείνος αν και σταυρωμένος και σε αγωνία, σε φρικτή αναμονή κι ο ίδιος, βρίσκει την ανάσα και τη δύναμη, να μαλώσει τον άλλον, μα βρίσκει και τον αλτρουισμό, τη μεγαλοκαρδία και την ευγένεια να πει λόγο γλυκό και παρήγορο στον γείτονα του. Με τίποτα δεν μπορεί να τον βοηθήσει, να τον ξεκαρφώσει και να τον κατεβάσει από τον σταυρό, τίποτα δεν μπορεί να κάνει για να αλλάξει την τρομακτική του κατάσταση ή να ελαφρύνει την τιμωρία Του, δεν μπορεί να συντομεύσει την αγωνία Του, δεν μπορεί να παρέμβει στον οδυνηρό τρόπο που εκτυλίσσεται το σενάριο της σταύρωσης. Τίποτα δεν μπορεί να κάνει, τίποτα, εκτός από το να αντέξει έως την άκρη του θανάτου.

Κι όμως, έτσι όπως είναι, ανήμπορος και αδύναμος, ακόμα όμως ανασαίνει, τι του έμελλε να ακούσει; «Σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ». Γιατί αυτή η υπέροχη, καθόλα θαυμάσια, υπόσχεση; Γιατί άραγε να είναι εκείνος, – ο ένοχος, ο ορθώς πάσχων, ο τόσο αδύναμος, χωρίς καμία δύναμη θεραπευτική ή άλλη- γιατί να ορίσει να μπει εκείνος στον Παράδεισο, μαζί με τον Κύριο, ενώ ο δίκαιος Νώε, ο πατριάρχης Αβραάμ (ο παραλήπτης της Επαγγελίας), ο Μωυσής (εκείνος που μετέφερε τον Νόμο), ο προφήτης Ησαϊας (εκείνος που προφήτευσε την ένσαρκη έλευση του Λυτρωτή), ο βασιλιάς Δαυιδ, όλοι οι προφήτες και όλοι οι δίκαιοι των αιώνων και όλοι οι φιλόσοφοι εντός των οποίων, είχε ενοικήσει έστω και μερικώς το Άγιο Πνεύμα, και ο Πρόδρομος και Βαπτιστής Ιωάννης, βρίσκονται ακόμα στον Άδη; Γιατί αυτή η πρωτοφανής τιμή, γιατί αυτή η χάρις επί χάριτος, γιατί αυτή η αμεσότητα; Σήμερα!

Ο απόλυτα εκπληκτικός χαρακτήρας της ανταμοιβής πώς εξηγείται; Από πού προέρχεται; Σήμερα, Μαζί μου, στον Παράδεισο! Υπάρχει μια βιασύνη σε αυτές τις κουβέντες, μια αίσθηση έκτακτου, μια κινητήριος δύναμη, μια πληρότητα αλλά και ένας αναβρασμός, που δεν γίνεται παρά να προκαλέσει έκπληξη.

Κάποιοι προσπάθησαν να το κατανοήσουν υπό το πρίσμα ότι ο ληστής ήταν ένας σύντροφος στον πόνο με τον Κύριο. Ναι, όντως, αξιώθηκε της ασύγκριτης τιμής να δεχτεί την ίδια τιμωρία με τον Χριστό και να βρίσκεται μερικά βήματα από τον Τίμιο Σταυρό τις τελευταίες στιγμές της ζωής του. Ναι, είναι φυσικό ο Κύριος να νιώθει οίκτο, συμπάθεια και καλή προαίρεση απέναντι σε έναν σύντροφο του πόνου.

Άλλοι αναφέρονται στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου, τη στωική του στάση και την ευσέβεια που είχε απέναντι στον Χριστό, σε αντίθεση με την ειρωνεία και τους χλευασμούς του άλλου ληστή. Ναι, υπάρχει κι εδώ κάποια δόση αλήθειας και λογική.

Επειδή πηγαίνοντας πέρα από την προσωπική σου δυστυχία, Με είδες, Με διαισθάνθηκες, Με αναγνώρισες και δεν δίστασες να Με υπερασπιστείς, να Με προσκυνήσεις, να Μου πεις λόγια που ανακούφισαν την ψυχή Μου και έσταξαν μέλι στην καρδιά Μου, κάνοντας σε πραγματικό συμμέτοχο στα πάθη Μου. Δεν έμεινες κλεισμένος μέσα στον εαυτό σου, εγκλωβισμένος στον πόνο σου, απομονωμένος στον φυσικό εγωκεντρισμό του ανθρώπου δίχως ελπίδα. Δεν έκλαψες τον εαυτό σου, έκλαψες Εμένα. Βρήκες και τον χρόνο, και τη καλοσύνη και την ψυχική ευαισθησία να παρηγορήσεις να απαλύνεις τον πόνο κάποιου άλλου. Απλώς με έναν καλό λόγο εσύ μετέβαλες αυτόν τον Γολγοθά και όλα αυτά τα κουνήματα των κεφαλιών και τα γιουχαρίσματά τους, τούτες εδώ τις ειδεχθείς συνθήκες και αυτό τον μιασμένο τόπο, σε κήπο. Όπως η αμαρτωλή γυναίκα, Με άλειψες με το ακριβό μύρο της ευσπλαχνίας και της ανάμνησης του πόνου του πλησίον σου. Μου έδωσες να πιώ – έστω μεταφορικά αλλά όχι με λιγότερη ουσία- εκείνο το ποτήρι κρύου νερού για το οποίο είπα ότι δεν θα μείνει δίχως ανταμοιβή.

Αλλά δεν μου φαίνονται αυτές, να είναι οι αληθινές εξηγήσεις. Κάτι άλλο μου φαίνεται ουσιαστικό, μια πράξη (ή μάλλον μια στάση καλύτερα) η οποία σαν να της ήταν γραπτό να αγνοηθεί  ενώ ήταν τόσο αποφασιστική: ο ληστής δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, αλλά μπορούσε να ηρεμήσει και γλυκάνει εκείνη την αποπνικτική ατμόσφαιρα, εκείνη την οσμή της αμμωνίας, της κακίας, της υποκρισίας και του δηλητηρίου. Παρηγόρησε κατά κάποιο τρόπο τον αθώο Εσταυρωμένο, με έναν καλό λόγο!

Ναι, αυτό το γεροντικό αξίωμα, το τόσο απλό, το τόσο μικρό και χαρακτηριστικό του χωριάτικου, προγονικού μας λόγου, αποτελεί την πλέον εύλογη εξήγηση για την υπόσχεση που έκανε ο Κύριος, για την πληρότητα, την αμεσότητα και τον επείγοντα χαρακτήρα της. Ένας καλός λόγος- και ήταν αρκετό! Σαν ένα θεραπευτικό βάλσαμο, σαν το απόλυτο φάρμακο, ένα αντίδοτο, ένα θαύμα.

Εκείνα τα λίγα λόγια σεβασμού, στοργής, υπεράσπισης, εμπιστοσύνης, συμπόνοιας, άλλαξαν μονομιάς τα πάντα και μετέβαλλαν το κακόβουλο εκείνο μέρος, τον φρικτό Γολγοθά, το δηλητηριασμένο εκείνο τόπο της αδικίας, της σκληρότητας και της εκδικητικότητας, σε μια γωνιά ανθρωπιάς, σε αίθουσα αναμονής του παραδείσου.

Σήμερα μαζί Μου, στον Παράδεισο: επειδή κι εσύ τώρα, σε αυτή την ερημιά (αυτό το waste land όπως θα το ονομάσει κάποτε και ο δούλος Μου, T.S. Eliott) της οργής και της πονηριάς έσταξες μια σταγόνα πάχνης. Επειδή πηγαίνοντας πέρα από την προσωπική σου δυστυχία, Με είδες, Με διαισθάνθηκες, Με αναγνώρισες και δεν δίστασες να Με υπερασπιστείς, να Με προσκυνήσεις, να Μου πεις λόγια που ανακούφισαν την ψυχή Μου και έσταξαν μέλι στην καρδιά Μου, κάνοντας σε πραγματικό συμμέτοχο στα πάθη Μου. Δεν έμεινες κλεισμένος μέσα στον εαυτό σου, εγκλωβισμένος στον πόνο σου, απομονωμένος στον φυσικό εγωκεντρισμό του ανθρώπου δίχως ελπίδα. Δεν έκλαψες τον εαυτό σου, έκλαψες Εμένα. Βρήκες και τον χρόνο, και τη καλοσύνη και την ψυχική ευαισθησία να παρηγορήσεις να απαλύνεις τον πόνο κάποιου άλλου. Απλώς με έναν καλό λόγο εσύ μετέβαλες αυτόν τον Γολγοθά και όλα αυτά τα κουνήματα των κεφαλιών και τα γιουχαρίσματά τους, τούτες εδώ τις ειδεχθείς συνθήκες και αυτό τον μιασμένο τόπο, σε κήπο. Όπως η αμαρτωλή γυναίκα, Με άλειψες με το ακριβό μύρο της ευσπλαχνίας και της ανάμνησης του πόνου του πλησίον σου. Μου έδωσες να πιώ – έστω μεταφορικά αλλά όχι με λιγότερη ουσία- εκείνο το ποτήρι κρύου νερού για το οποίο είπα ότι δεν θα μείνει δίχως ανταμοιβή.


Ο Nicolae Steinhardt (1912-1989), εβραϊκής καταγωγής, γεννημένος Nicu – Aurelian Steinhardt, στη Ρουμανία, ήταν συγγραφέας, δημοσιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας, διδάκτωρ συνταγματικού δικαίου. Μεταστράφηκε στον ορθόδοξο  χριστιανισμό στην κομμουνιστική φυλακή Jilava λαμβάνοντας το όνομα Νικόλαος. Εκάρη μοναχός στις 16 Αυγούστου 1980 στο  μοναστήρι της Rohia. Το έργο του «Το Ημερολόγιο της Ευτυχίας» θεωρείται μοναδικό στην ρουμανική λογοτεχνία.

Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από την ομιλία του Nicolae Steinhardt με τίτλο O vorbă bună [Ένας καλός λόγος], μετάφραση από το βιβλίο Dăruind vei dobândi. Cuvinte de credință [Δίνοντας θα λάβεις. Λόγοι πίστης], editura Mănăstirii Rohia, 2006, σελ.  201-204. Το βιβλίο αποτελεί συλλογή ομιλιών του π. Nicolae Steinhardt στο μοναστήρι «Αγία Άννα -Rohia» κατά τα έτη 1980-1989.

Μετάφραση από τα ρουμανικά Θεοδώρα Βαλσάμου.

Το εικαστικό θέμα είναι έργο του Γάλλου καλλιτέχνη James J. Tissot (1836-1902) με τίτλο “The Raising of the Cross”.

Nicolae Steinhardt

Ο Nicolae Steinhardt (1912-1989), γεννημένος Nicu – Aurelian Steinhardt, στη Ρουμανία, ήταν συγγραφέας, δημοσιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας, διδάκτωρ συνταγματικού δικαίου, εβραϊκής καταγωγής. Μεταστράφηκε στον ορθόδοξο χριστιανισμό στην κομμουνιστική φυλακή Jilava λαμβάνοντας το όνομα Νικόλαος. Εκάρη μοναχός στις 16 Αυγούστου 1980 στο μοναστήρι της Rohia. Το έργο του «Το Ημερολόγιο της Ευτυχίας» θεωρείται μοναδικό στην ρουμανική λογοτεχνία.

Το ιστολόγιο «πολυμερώς και πολυτρόπως» προάγει τον διάλογο και τη συζήτηση για θέματα που σχετίζονται με την Ορθόδοξη θεολογία και παράδοση, με τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις, καθώς επίσης και με ζητήματα διαθρησκειακού διαλόγου. Οι απόψεις που εκφράζονται από τους συγγραφείς των επιμέρους άρθρων δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.

ΜΗΝ ΤΟ ΧΑΣΕΤΕ