Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΥΚΡΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΥΚΡΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
Χρόνος Ανάγνωσης: 12 λεπτά

Η Ρωσική Εκκλησία και ο Ουκρανικός Πόλεμος

Ο πόλεμος στην Ουκρανία που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2014 με την προσάρτηση της Κριμαίας και κλιμακώθηκε τον Φεβρουάριο του 2022 σε βαθμό άγνωστο στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν μπορεί να κατανοηθεί επαρκώς χωρίς να ληφθεί υπόψη η θρησκευτική του διάσταση. Η διάσταση αυτή προσδιορίστηκε σωστά από τον πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας Κύριλλο ως «μεταφυσική». Το παρόν άρθρο διερευνά ορισμένες πτυχές της μεταφυσικής του ρωσο-ουκρανικού πολέμου. Επιχειρεί επίσης να εξηγήσει πώς και γιατί η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία συνέβαλε σε αυτόν.

Θα ξεκινήσουμε τη διερεύνηση μας με την έννοια της «δημόσιας πλατείας» δηλαδή με τον ρωσικό δημόσιο χώρο . Η έννοια αυτή είναι καθοριστικής σημασίας για την κατανόηση της κοινωνικοπολιτικής πορείας της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πριν από την επανάσταση των Μπολσεβίκων το 1917, η εκκλησία κατείχε κεντρική θέση στο ρωσικό δημόσιο χώρο, παρόλο που οι ρόλοι της εκεί ήταν αυστηρά ρυθμισμένοι από το κράτος. Μετά την επανάσταση, η εκκλησία απομακρύνθηκε βίαια από τον δημόσιο χώρο, ο οποίος κατακτήθηκε πλήρως από το κομμουνιστικό κόμμα και την ιδεολογία του. Η θρησκεία εκκαθαρίστηκε από τους δημόσιους χώρους και περιορίστηκε στην ιδιωτική ζωή. Ακόμα και εκεί δεν ήταν ασφαλής, καθώς ο στόχος του μαχητικού αθεϊσμού ήταν να απαλλάξει από τη θρησκεία ακόμα και την ιδιωτική ζωή των σοβιετικών πολιτών.

Μετά το φιάσκο της κομμουνιστικής ιδεολογίας και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ο δημόσιος χώρος στην ανεξάρτητη Ρωσία παρέμεινε άδειος. Έγιναν προσπάθειες να γεμίσει με προοδευτικές ιδεολογίες, αλλά αυτές απέτυχαν να κατακτήσουν τη λαϊκή φαντασία των περισσότερων Ρώσων. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, οι περισσότεροι αγωνίζονταν να επιβιώσουν και δεν τους ενδιέφερε ποιες θα ήταν εκείνες οι ιδέες που θα τους ένωναν. Η ιδέα του να γίνεις πλούσιος το συντομότερο δυνατό με οποιοδήποτε τίμημα αναδύθηκε αυθόρμητα ως το νέο εθνικό ιδεώδες. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος το 2000 προωθήθηκε στην εξουσία από τον πρώτο Ρώσο πρόεδρο Μπόρις Γέλτσιν, προσέφερε στη βάση αυτού του ιδεώδους ένα κοινωνικό συμβόλαιο. Η βασική του γραμμή ήταν η ευημερία με αντάλλαγμα την πιστότητα στο καθεστώς. Ο ρωσικός λαός, του οποίου η ευημερία πράγματι αυξήθηκε θεαματικά κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Πούτιν, φαινόταν έτοιμος να ανεχθεί κάποια μείωση των ελευθεριών που του είχαν δοθεί κατά τη λιγότερο ευημερούσα περίοδο της προεδρίας του Γέλτσιν.

Έγιναν προσπάθειες να γεμίσει ο δημόσιος χώρος με προοδευτικές ιδεολογίες, αλλά αυτές απέτυχαν να κατακτήσουν τη λαϊκή φαντασία των περισσότερων Ρώσων. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, οι περισσότεροι αγωνίζονταν να επιβιώσουν και δεν τους ενδιέφερε ποιες θα ήταν εκείνες οι ιδέες που θα τους ένωναν. Η ιδέα του να γίνεις πλούσιος το συντομότερο δυνατό με οποιοδήποτε τίμημα αναδύθηκε αυθόρμητα ως το νέο εθνικό ιδεώδες. Ο Βλαντμίρ Πούτιν, ο οποίος το 2000 προωθήθηκε στην εξουσία από τον πρώτο Ρώσο πρόεδρο Μπόρις Γέλτσιν, προσέφερε στη βάση αυτού του ιδεώδους ένα κοινωνικό συμβόλαιο. Η βασική του γραμμή ήταν η ευημερία με αντάλλαγμα την πιστότητα στο καθεστώς.

  • Η  εξέλιξη της διδασκαλίας του «ρωσικού κόσμου»

Παρόλα αυτά, η ιδέα της ευημερίας δεν μπορούσε να καλύψει πλήρως το κενό που άφησε η κομμουνιστική ιδεολογία. Η σοβιετική εκδοχή της τελευταίας πρόβαλλε εξάλλου την ιδέα ότι η προσκόλληση στο χρήμα και τα υλικά αγαθά είναι ντροπή. Καθώς οι Ρώσοι πλούτιζαν, χρειάζονταν κάτι περισσότερο από αυτό – μια μεγάλη ιδέα που θα τους έδινε νέο λόγο ύπαρξης. Σε αυτό το σημείο, η εκκλησία παρενέβη και ανταποκρίθηκε σε αυτό το αίτημα. Ο πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας Κύριλλος προσέφερε στη ρωσική κοινωνία μια ιδεολογία, η οποία σε ορισμένα σημεία έμοιαζε με τη σοβιετική, ταυτόχρονα όμως διέφερε σημαντικά. Αυτή η ιδεολογία έχει γίνει γνωστή ως «ρωσικός κόσμος».

Η έννοια του «ρωσικού κόσμου» είναι τόσο ρευστή όσο και οι ιδεολογικές προτιμήσεις εκείνων που την προωθούν. Τέσσερα σημαντικά στάδια μπορούν να εντοπιστούν στην εξέλιξή της: Το πρώτο στάδιο μπορεί να εντοπιστεί στη δεκαετία του 1990. Αρχικά, ο ρωσικός κόσμος έγινε αντιληπτός ως μέρος της παγκόσμιας ποικιλομορφίας. Ο κόσμος αυτός οραματιζόταν ότι θα συνέβαλε στην παγκόσμια ανθρωπότητα προσφέροντας το καλύτερο που μπορούσε να προσφέρει, κυρίως τη δημιουργικότητά του. Ο ρωσικός κόσμος, σε αυτό το αρχικό στάδιο, δεν θεωρήθηκε καλύτερος από τους άλλους κόσμους, αλλά ισότιμος με αυτούς. Με άλλα λόγια, γινόταν αντιληπτός με όρους οικουμενικούς και περιεκτικούς και όχι με όρους διαφορετικότητας ή αποκλειστικότητας. Σχεδιάστηκε ως μέσο φιλελευθεροποίησης και εκδημοκρατισμού της Ρωσίας. Σε αυτό το στάδιο, η ιδέα του ρωσικού κόσμου περιοριζόταν σε έναν στενό κύκλο διανοουμένων. Ήταν ελιτίστικη και δεν απευθυνόταν στις μάζες.

Καθώς οι Ρώσοι πλούτιζαν, χρειάζονταν κάτι περισσότερο από αυτό – μια μεγάλη ιδέα που θα τους έδινε νέο λόγο ύπαρξης. Σε αυτό το σημείο, η εκκλησία παρενέβη και ανταποκρίθηκε σε αυτό το αίτημα. Ο πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας Κύριλλος προσέφερε στη ρωσική κοινωνία μια ιδεολογία, η οποία σε ορισμένα σημεία έμοιαζε με τη σοβιετική, ταυτόχρονα όμως διέφερε σημαντικά. Αυτή η ιδεολογία έχει γίνει γνωστή ως «ρωσικός κόσμος».

Το δεύτερο στάδιο της εξέλιξης του δόγματος του ρωσικού κόσμου σημαδεύτηκε από μια μάλλον ριζική στροφή. Από το να συμβάλει στον παγκόσμιο πολιτισμό ως ισότιμος εταίρος, ο ρωσικός κόσμος άρχισε να γίνεται αντιληπτός ως ξεχωριστός και, σε πολλά σημεία, ανώτερος πολιτισμός. Έπαψε να θεωρείται δυτικότροπος, αλλά άρχισε να φαντάζει ότι είναι τάχα αποκλειστικά ρωσικός. Σε αυτό το στάδιο, συνέκλινε με τη μακρά ρωσική παράδοση του πολιτισμικού εξαιρετισμού.

Συγκλίνει επίσης με την έννοια της «κυρίαρχης δημοκρατίας», η οποία επινοήθηκε το 2006 και καθόρισε τη δεύτερη θητεία της προεδρίας του Βλαντιμίρ Πούτιν (2004-2008). Από τη μία πλευρά, επρόκειτο για ένα είδος δημοκρατίας. Από την άλλη, δεν ήταν σαν τις δυτικές δημοκρατίες, αλλά όλο και πιο κυρίαρχη, δηλαδή αυταρχική, και δεν λογοδοτούσε για τίποτα και σε κανέναν ούτε εντός ούτε εκτός της Ρωσίας.

Σε αυτό το σημείο, το Κρεμλίνο άρχισε να ενδιαφέρεται για την έννοια του «ρωσικού κόσμου», η οποία άρχισε να συζητείται σε διάφορες επίσημες και ημιεπίσημες δεξαμενές σκέψης. Παρόλα αυτά, η εμβέλειά της δεν ήταν ευρεία. Παρέμεινε ελιτίστικη και ένα είδος διανοητικού παιχνιδιού. Το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού πληθυσμού δεν μπορούσε να την κατανοήσει ή να ταυτιστεί μαζί της.

  • Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία ως καθοριστικός παράγοντας της εσχατολογικής διάστασης του «ρωσικού κόσμου»

Στο τρίτο στάδιο, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία παρενέβη και δρομολόγησε την εξέλιξη του δόγματος του «ρωσικού κόσμου». Αυτό συνέβη τα τελευταία χρόνια της θητείας του Αλεξίου Β’ ως πατριάρχη. Το πρόσωπο πίσω από αυτό το δόγμα ήταν ο μητροπολίτης Κύριλλος, ο οποίος θα διαδεχόταν τον Αλέξιο ως πατριάρχης το 2009. Αφού ο Κύριλλος έγινε πατριάρχης, επένδυσε πλήρως σε αυτό το δόγμα και έγινε ο κύριος πρεσβευτής και εκπρόσωπός του.

Χάρη στην εκκλησία, ο «ρωσικός κόσμος» έλαβε μια μεταφυσική, εσχατολογική και μεσσιανική διάσταση. Παρουσιάστηκε ως ένας μοναδικός θησαυρός των λεγόμενων παραδοσιακών αξιών και ένα αντιφιλελεύθερο και αντιπαγκοσμιοποιητικό οχυρό. Σε αυτό το στάδιο της εξέλιξής του, το δόγμα του «ρωσικού κόσμου» έγινε ακόμη πιο αποκλειστικό, ιδιαίτερο και λιγότερο ανεκτικό στη διαφορετικότητα. Ταυτόχρονα, έγινε ευρέως δημοφιλές μεταξύ των απλών Ρώσων. Τα κυρίαρχα ρωσικά μέσα ενημέρωσης άρχισαν να το προπαγανδίζουν σε όλα τα στρώματα της ρωσικής κοινωνίας. Το Κρεμλίνο το αποδέχτηκε ως την κυρίαρχη ιδεολογία του και άρχισε να μιλάει για τον ρωσικό κόσμο χρησιμοποιώντας το λεξιλόγιο που είχε ήδη επεξεργαστεί η εκκλησία.

Αυτό το δόγμα έγινε η ήπια ισχύς της Ρωσίας. Ωστόσο, η ισχύς αυτή γινόταν όλο και πιο σκληρή καθώς το ρωσικό καθεστώς γινόταν όλο και πιο αυταρχικό. Η μεταμόρφωση αυτή του δόγματος του «ρωσικού κόσμου» καταλύθηκε από τα γεγονότα της «Επανάστασης της Αξιοπρέπειας» (της Επανάστασης του Μαϊντάν) στην Ουκρανία (χειμώνας 2013-14). Η επανάσταση αυτή ανέτρεψε το διεφθαρμένο και ολοένα και πιο αυταρχικό καθεστώς του Βίκτορ Γιανουκόβιτς (2010-14). Το Κρεμλίνο την εξέλαβε ως μια προσπάθεια εξόδου από τη ρωσική τροχιά και ως υπαρξιακή απειλή για την ακεραιότητα του «ρωσικού κόσμου», του οποίου η Ουκρανία, όπως πίστευε το Κρεμλίνο, αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος.

Χάρη στην εκκλησία, ο «ρωσικός κόσμος» έλαβε μια μεταφυσική, εσχατολογική και μεσσιανική διάσταση. Παρουσιάστηκε ως ένας μοναδικός θησαυρός των λεγόμενων παραδοσιακών αξιών και ένα αντιφιλελεύθερο και αντιπαγκοσμιοποιητικό οχυρό. Σε αυτό το στάδιο της εξέλιξής του, το δόγμα του «ρωσικού κόσμου» έγινε ακόμη πιο αποκλειστικό, ιδιαίτερο και λιγότερο ανεκτικό στη διαφορετικότητα. Ταυτόχρονα, έγινε ευρέως δημοφιλές μεταξύ των απλών Ρώσων. Τα κυρίαρχα ρωσικά μέσα ενημέρωσης άρχισαν να το προπαγανδίζουν σε όλα τα στρώματα της ρωσικής κοινωνίας. Το Κρεμλίνο το αποδέχτηκε ως την κυρίαρχη ιδεολογία του και άρχισε να μιλάει για τον ρωσικό κόσμο χρησιμοποιώντας το λεξιλόγιο που είχε ήδη επεξεργαστεί η εκκλησία.

Για να εξουδετερώσει αυτή τη φαντασιακή απειλή, τον Φεβρουάριο του 2014 η Ρωσία διεξήγαγε πόλεμο στην Ουκρανία, ο οποίος συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας. Η Κριμαία προσαρτήθηκε και το Ντονμπάς δέχτηκε την εισβολή των ρωσικών δυνάμεων, οι οποίες στηρίζουν τις αυτοανακηρυχθείσες «δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ. Το ρωσικό παγκόσμιο δόγμα έγινε η κύρια πηγή αφηγήσεων που δικαιολογούν αυτόν τον πόλεμο και εμπνέουν τους ανθρώπους να πολεμήσουν για αυτόν τον σκοπό. Η επίθεση κατά της Ουκρανίας παρουσιάστηκε συχνά από τη ρωσική προπαγάνδα ως εκστρατεία κατά της «άθεης Δύσης» για τη σωτηρία της «Αγίας Ρωσίας».

Η ρωσική στρατιωτική προέλαση σταμάτησε μετά την αντίσταση της Ουκρανίας και χάρη στις διεθνείς προσπάθειες, με τη βοήθεια των λεγόμενων συμφωνιών του Μινσκ. Στην ελεύθερη Ουκρανία, η ρωσική επιθετικότητα συνδέθηκε με το ρωσικό παγκόσμιο δόγμα. Αυτό έθεσε σε κίνδυνο την ύπαρξη της μεγάλης Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Πατριαρχείου της Μόσχας. Η εκκλησία αυτή θεωρούνταν τόσο από το Κρεμλίνο όσο και από το Πατριαρχείο Μόσχας ως σημαντικό πολιτισμικό μέγεθος και μέσο επιρροής και δεν ήθελαν να τη χάσουν.

Το ρωσικό παγκόσμιο δόγμα έγινε η κύρια πηγή αφηγήσεων που δικαιολογούν αυτόν τον πόλεμο και εμπνέουν τους ανθρώπους να πολεμήσουν για αυτόν τον σκοπό. Η επίθεση κατά της Ουκρανίας παρουσιάστηκε συχνά από τη ρωσική προπαγάνδα ως εκστρατεία κατά της «άθεης Δύσης» για τη σωτηρία της «Αγίας Ρωσίας».

Το στοιχείο αυτό υπήρξε ένας από τους λόγους για τους οποίους η επίσημη ρητορική της Ρωσικής Εκκλησίας σταμάτησε να αναφέρεται στον «ρωσικό κόσμο». Αυτό δεν σημαίνει ότι η τελευταία εγκατέλειψε το δόγμα – το δόγμα παρέμεινε στο μυαλό των ιθυνόντων. Παρ’ όλα αυτά, υπήρξε μια παύση μετά το 2014, διάστημα κατά το οποίο ο «ρωσικός κόσμος» δεν αναφερόταν σε επίσημα κείμενα ή ομιλίες. Επανεμφανίστηκε στην επίσημη ρητορική του Πατριαρχείου Μόσχας μετά την κλιμάκωση της ρωσικής βίας κατά της Ουκρανίας τον Φεβρουάριο του 2022.

Η πλήρως κλιμακούμενη ρωσική εισβολή καταδικάστηκε από τη διεθνή κοινότητα. Η μεταφυσική συνιστώσα στην αιτιολόγηση αυτής της εισβολής συζητήθηκε σε διάφορες δηλώσεις. Μία από αυτές, η «Διακήρυξη για τη Διδασκαλία του “Ρωσικού Κόσμου” (Russkii mir)», δημοσιεύθηκε στις 13 Μαρτίου 2022 και υπογράφηκε από περίπου 1500 θεολόγους παγκοσμίως. Αυτή η διακήρυξη έγινε viral και αναφέρθηκε σε πολλά μέσα ενημέρωσης.

Προκάλεσε επίσης αντιδράσεις εκ μέρους της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πρώτα ο επίσημος εκπρόσωπος της εκκλησίας Alexander Shchipkov δημοσίευσε στις 13 Μαΐου 2022 ένα άρθρο με τίτλο “Η από-ρωσοποίηση και ένας θεολογικός πόλεμος”. Στο άρθρο αυτό, κατέκρινε τη «Διακήρυξη» και προσέφερε νέα επιχειρήματα για τη δικαίωση του «ρωσικού κόσμου». Αυτή ήταν η πρώτη φορά που το δόγμα αυτό αναφέρθηκε από αξιωματούχο της εκκλησίας μετά από πολύ καιρό. Αμέσως μετά τη δημοσίευση αυτή, ο πατριάρχης προέβη προσωπικά σε δήλωση υπέρ του «ρωσικού κόσμου». Στην ομιλία του στις 23 Μαΐου υποστήριξε ότι «ο ρωσικός κόσμος γίνεται και πάλι προμετωπίδα του χριστιανικού πολιτισμού».

Αυτή η επάνοδος της ρητορικής υποστήριξης του ρωσικού κόσμου σηματοδοτεί το τέταρτο στάδιο της εξέλιξης αυτού του δόγματος. Είναι η πιο βίαιη και αποκλειστική μορφή που έχει επιδείξει ποτέ αυτό το δόγμα. Σε αντίθεση ακόμη και με το τρίτο στάδιο, το οποίο αναγνώριζε κάποια δικαιώματα για τον ουκρανικό λαό και τον πολιτισμό του, το τέταρτο στάδιο αρνείται πλήρως κάθε τέτοιο δικαίωμα. Τώρα η Ουκρανία είναι απλώς μια αντιρωσική φαντασίωση που δεν αξίζει τίποτα άλλο από το να εξαλειφθεί. Ένας πολιτικός εμπειρογνώμονας που βρίσκεται κοντά στο Κρεμλίνο, ο Timofey Sergeytsev, εξέφρασε αυτό που σκέφτονται πολλοί άνθρωποι στο ρωσικό κατεστημένο για την Ουκρανία. Έγραψε στο άρθρο του «Τι πρέπει να κάνει η Ρωσία στην Ουκρανία» που δημοσιεύθηκε από το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων RIANovosty στις 3 Απριλίου 2022: «Μια αποναζιστικοποιημένη χώρα (σημ. η Ουκρανία) δεν μπορεί να είναι κυρίαρχη. […] Το όνομα «Ουκρανία» προφανώς δεν μπορεί να διατηρηθεί ως τίτλος οποιασδήποτε πλήρως αποναζιστικοποιημένης κρατικής οντότητας σε ένα έδαφος που απελευθερώθηκε από το ναζιστικό καθεστώς».

Σε αυτό το τελικό τέταρτο στάδιο της εξέλιξής του, ο ρωσικός κόσμος έφτασε στον ακραίο βαθμό εξαιρετισμού και αποκλειστικότητας. Αυτός ο βαθμός μπορεί πιθανόν να συγκριθεί μόνο με τον αντίστοιχο βαθμό της ναζιστικής Γερμανίας. Όπως η τελευταία, έτσι και ο «ρωσικός κόσμος» έγινε ομοιόμορφος, μονολιθικός, μονοπωλιακός και εξάλειψε κάθε διαφορετικότητα, είτε αυτή ήταν πολιτιστική, πολιτική ή θρησκευτική.

Ως ένα αυστηρά ιεραρχικό σύστημα με ένα μόνο πρόσωπο, τον πατριάρχη της, που εκφράζει τις θέσεις της σε πολιτικά και δημόσια θέματα, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία φαίνεται να παγιώνεται και να υποστηρίζει μονοσήμαντα τον πόλεμο. Ακόμη και όσοι διαφωνούν πρέπει να σιωπούν. Διαφορετικά, τιμωρούνται πειθαρχικά για ανυπακοή.

Ο Ρώσος Πατριάρχης, ως ο κύριος εκπρόσωπος του «ρωσικού κόσμου», έγινε επίσης ένας από τους κύριους υποστηρικτές του πολέμου από τις πρώτες μέρες του. Συγκλόνισε τον κόσμο με τα κηρύγματα και τις δημόσιες δηλώσεις του, στις οποίες υποστήριζε ολόψυχα τη ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας. Για παράδειγμα, την «Κυριακή της συγχώρεσης» (την τελευταία Κυριακή πριν τη Μ. Σαρακοστή), στις 6 Μαρτίου 2022, συνέδεσε τις «στρατιωτικές επιχειρήσεις» στο Ντονμπάς με την απόρριψη των «παρελάσεων των ομοφυλοφίλων», οι οποίες, για τον ίδιο, αποτελούν μία από τις «λεγόμενες αξίες που προσφέρουν σήμερα εκείνοι που διεκδικούν την παγκόσμια εξουσία». Ο πατριάρχης αντιπαραθέτει επίμονα τον «ρωσικό κόσμο» ως υποτιθέμενο θεματοφύλακα καλών αξιών έναντι των παγκόσμιων κακών δυνάμεων, τις οποίες δεν κατονομάζει ποτέ και οι οποίες υποτίθεται ότι προσπαθούν να καταστρέψουν αυτές τις αξίες. Προωθεί έτσι μια κοσμοθεωρία που είναι δυαδική και πολωτική.

Ως ένα αυστηρά ιεραρχικό σύστημα με ένα μόνο πρόσωπο, τον πατριάρχη της, που εκφράζει τις θέσεις της σε πολιτικά και δημόσια θέματα, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία φαίνεται να παγιώνεται και να υποστηρίζει μονοσήμαντα τον πόλεμο. Ακόμη και όσοι διαφωνούν πρέπει να σιωπούν. Διαφορετικά, τιμωρούνται πειθαρχικά για ανυπακοή. Ο πόλεμος εναντίον της Ουκρανίας ως πόλεμος εναντίον της Δύσης.

  • Ο «ρωσικός κόσμος» παράγοντας αποσταθεροποίησης της ίδιας της Ρωσικής Εκκλησίας.

Υπάρχουν ιεράρχες και ιερείς της Εκκλησίας της Ρωσίας που διαφωνούν, αλλά συνήθως δεν τολμούν να μιλήσουν. Μόνο ορισμένοι Ρώσοι επίσκοποι εκτός Ρωσίας έκαναν δημόσιες δηλώσεις κατά του πολέμου, όπως ο Μητροπολίτης Μάρκος από την Υπερόριο Ρωσική Εκκλησία ή ο Μητροπολίτης Ιννοκέντιος της Λιθουανίας. Υπάρχουν επίσης ορισμένοι ιερείς που καταδίκασαν τον πόλεμο σε δημόσια δήλωση που δημοσιεύθηκε την 1η Μαρτίου 2022.Υπογράφηκε από περίπου 300 κληρικούς, οι οποίοι αποτελούν λιγότερο από το ένα τοις εκατό του συνολικού αριθμού των κληρικών του Πατριαρχείου Μόσχας. Πολλοί από αυτούς υπηρετούν επίσης εκτός της Ρωσίας. Η δήλωση αυτή είναι μάλλον ασαφής. Παράλληλα, υπάρχουν μεμονωμένοι κληρικοί που καταδικάζουν ευθέως τη ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας. Δύο από αυτούς είναι οι ιερείς της επισκοπής Κοστρόμας, ο Ιωάννης Μπουρντίν και ο Γεώργιος Εντελστάιν. Οι ιερείς που είναι πιο τολμηροί στις δηλώσεις τους διώκονται από το ρωσικό κράτος. Άλλοι, μόνο από τους ιεράρχες τους.

Η συντριπτική πλειονότητα των Ρώσων ιεραρχών και κληρικών, ωστόσο, υποστηρίζει τον πόλεμο και προσυπογράφει τη ρητορική του πατριάρχη τους. Το μεγαλύτερο μέρος από αυτούς είναι μάλλον παθητικό και δεν μιλάει. Υπάρχει, ωστόσο, μια ενεργή μειοψηφία, η οποία είναι αρκετά εύγλωττη στη ρητορική της υπέρ του πολέμου. Οι υποστηρικτές αυτοί του πολέμου δεν φοβούνται να τιμωρηθούν από τους ανωτέρους τους στην εκκλησία. Αντιθέτως, απολαμβάνουν πρωταγωνιστικούς ρόλους και πρωτοσέλιδα στα εκκλησιαστικά και κρατικά μέσα ενημέρωσης της Ρωσίας. Γίνονται ένα είδος διασημοτήτων.

Μία από αυτές τις προσωπικότητες, ο π. Αρτέμιος Βλαντιμίροφ, κήρυξε υπέρ του πολέμου στις 3 Μαρτίου 2022. Εξήγησε τη ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας ως «πόλεμο της Ρωσίας […] κατά της συλλογικής Δύσης». Κατά την ερμηνεία του, «τα ρωσικά στρατεύματα πραγματοποιούν μια ειδική επιχείρηση προκειμένου να οργανώσουν τις δίκες της Νυρεμβέργης σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η επιχείρηση αυτή έχει ως στόχο την από-φασιστικοποίηση ολόκληρης της Ευρώπης. Αυτή η επιχείρηση είναι παγκόσμια. Η Ρωσία, όπως πάντα, απελευθερώνει τον κόσμο από τον φασισμό».

Ένας διάσημος Ρώσος λαϊκός θεολόγος, ο καθηγητής της Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας Αλεξέι Οσίποφ, ήταν επίσης ξεκάθαρος για τον πόλεμο. Εξήγησε ότι «αυτά τα βήματα που έκανε τώρα η Ρωσία (σημ. η επίθεση εναντίον της Ουκρανίας) είναι απαραίτητα». «Δόξα τω Θεώ που κατάφερε [να ξεκινήσει τον πόλεμο] την τελευταία στιγμή, όταν όλα κρέμονταν ήδη πάνω από την άβυσσο». Επανέλαβε έτσι τη ρωσική προπαγάνδα, σύμφωνα με την οποία η Ρωσία ξεκίνησε την επίθεσή της προληπτικά, λίγο πριν η Ουκρανία εξαπολύσει τη δική της επίθεση στη Ρωσία.

Η προσωπική ενεργός συμμετοχή του Πατριάρχη στην υποστήριξη του ρωσικού πολέμου κατά της Ουκρανίας, σε συνδυασμό με τη λογοκρισία των αντιπολεμικών φωνών και την ενίσχυση των φιλοπόλεμων απόψεων στο εσωτερικό της Ρωσικής Εκκλησίας μέσω των μέσων ενημέρωσης, έχει οδηγήσει σε αυξανόμενες διαιρέσεις στην εκκλησία αυτή. Οι περισσότερες από αυτές είναι αθέατες, ειδικά στο εσωτερικό της Ρωσίας. Εκτός Ρωσίας, ωστόσο, ορισμένες εκκλησιαστικές κοινότητες του Πατριαρχείου Μόσχας απομακρύνονται όλο και περισσότερο από αυτό.

Στο ίδιο μήκος κύματος με τον Οσίποφ, ο Αρχιεπίσκοπος Συκτίβκαρ Πιτιρίμ (Βολοτσκόφ) δήλωσε ότι «η ρωσική επιχείρηση έχει σκοπό να εξυγιάνει τόσο την Ουκρανία όσο και τη Ρωσία. Αυτός που χτυπάει πρώτος δεν έχει πάντα άδικο». Έκανε μάλιστα έναν παραλληλισμό μεταξύ του σημερινού πολέμου και του μεσαιωνικού παρελθόντος, όταν το Κίεβο είχε καταστραφεί επίσης από κάποιους ορθόδοξους ηγεμόνες από τα βορειοανατολικά: «Το Κίεβο πολιορκήθηκε επανειλημμένα, μεταξύ άλλων και από τους Ρώσους πρίγκιπές μας. Αλλά αυτό συνέβη εξαιτίας των άδικων πράξεων του λαού του Κιέβου. Τώρα βλέπουμε τις ίδιες άδικες πράξεις του Κιέβου. Βλέπουμε ότι έχουν εμπλακεί στον νεοναζισμό […]. Αυτό είναι μια πλήρης επιβεβαίωση της ορθότητας αυτού που κάνει τώρα η Ρωσία και ο Πούτιν». Ο Πιτιρίμ ολοκληρώνει τις ιστορικές του σκέψεις με τον έπαινο του Πούτιν: «Όλα όσα κάνει ο πρόεδρος είναι σωστά. Εγώ ο ίδιος είμαι μοναρχικός από πεποίθηση και ως μοναρχικός πρέπει να πω: αν ο Θεός μου έδινε  μια τέτοια ευκαιρία, εγώ ο ίδιος […] θα έβαζα το στέμμα στο κεφάλι του Πούτιν».

Η προσωπική ενεργός συμμετοχή του Πατριάρχη στην υποστήριξη του ρωσικού πολέμου κατά της Ουκρανίας, σε συνδυασμό με τη λογοκρισία των αντιπολεμικών φωνών και την ενίσχυση των φιλοπόλεμων απόψεων στο εσωτερικό της Ρωσικής Εκκλησίας μέσω των μέσων ενημέρωσης, έχει οδηγήσει σε αυξανόμενες διαιρέσεις στην εκκλησία αυτή. Οι περισσότερες από αυτές είναι αθέατες, ειδικά στο εσωτερικό της Ρωσίας. Εκτός Ρωσίας, ωστόσο, ορισμένες εκκλησιαστικές κοινότητες του Πατριαρχείου Μόσχας απομακρύνονται όλο και περισσότερο από αυτό.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας διαφωνίας είναι η περίπτωση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας υπό τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας . Εξακολουθεί να είναι η μεγαλύτερη θρησκευτική κοινότητα στην Ουκρανία και αποτελεί σημαντικό τμήμα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία υπό τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας διατήρησε την ενότητα με τη Μόσχα παρά τις αντιξοότητες, συμπεριλαμβανομένης της ρωσικής επίθεσης το 2014. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο ο Πατριάρχης Κύριλλος ενέκρινε την κλιμάκωση αυτού του πολέμου το 2022, ανάγκασε την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Μόσχας) να διακόψει τις σχέσεις της με τη Μόσχα. Στις 27 Μαΐου 2022, η πλειοψηφία της αποφάσισε να σταματήσει να μνημονεύει τον πατριάρχη και διέγραψε από το καταστατικό της όλες τις αναφορές στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία. Για το μέλλον, η εν λόγω εκκλησία αποφάσισε να μην ζητά την έγκριση της Μόσχας για τους νεοεκλεγέντες προκαθημένους της. Εκ των πραγμάτων, αυτό σήμαινε την αυτοανακήρυξη της  αυτοκεφαλίας.

Άλλα τμήματα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στο εξωτερικό άρχισαν επίσης να προσπαθούν να απομακρυνθούν από τη Μόσχα. Η Υπερόριος Ρωσική Εκκλησία, η οποία το 2007 είχε επανενωθεί με το Πατριαρχείο Μόσχας με τη μεσολάβηση του Βλαντιμίρ Πούτιν, δέχεται πιέσεις από ορισμένους πιστούς της να αποσυνδεθεί από το Πατριαρχείο Μόσχας.  Ορισμένες εκκλησιαστικές κοινότητες, όπως αυτή του Άμστερνταμ, και ομάδες ιερέων, όπως στη Λιθουανία, εγκαταλείπουν τη Μόσχα και εντάσσονται σε άλλες δικαιοδοσίες, κυρίως στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία χάνει επίσης γρήγορα την αξιοπιστία της στη ρωσική κοινωνία. Ο σημαντικότερος στόχος, ο οποίος παρακίνησε τον Πατριάρχη Κύριλλο να στηρίξει το Κρεμλίνο, δηλαδή να ανακτήσει η εκκλησία του την κεντρική θέση στη ρωσική δημόσια σφαίρα, φαίνεται να απειλείται. Η εκκλησία αυτή θα αντιμετωπίσει πιθανότατα τον κίνδυνο να εξοστρακιστεί από τη δημόσια σφαίρα λόγω της υποστήριξής της στον πόλεμο εναντίον της Ουκρανίας.


Ο π. Cyril Hovorun είναι Καθηγητής Εκκλησιολογίας, Διεθνών Σχέσεων και Οικουμενισμού στο Πανεπιστήμιο Enskilda Högskolan της Στοκχόλμης

Το άρθρο αυτό δημοσιεύεται στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «Religion and the Wars of the 21st Century: Mapping the Narratives, Examining the Causal Factors, Understanding Teleology με επικεφαλής την Dr. Tornike Metreveli.

Μετάφραση από τα Αγγλικά: Άννα Θεοδώρα Βαλσάμου.

Οι υπότιτλοι του άρθρου έχουν προστεθεί από την επιμελήτρια του ιστολογίου.

Το εικαστικό θέμα αποτελεί έργο του Ρώσου ζωγράφου Vasily Vereschangin με τίτλο “Defeated” (1878-1879) και φυλάσσεται στην Γκαλερί Tretyakov, Μόσχα, Ρωσία.