Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Χρόνος Ανάγνωσης: 6 λεπτά

Η Επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου στην Κύπρο και την Ελλάδα: Μια πρώτη αποτίμηση

Ο Πάπας Φραγκίσκος και ο Ορθόδοξος κόσμος 

Όταν ο Πάπας Φραγκίσκος, κατά την ημέρα της εκλογής του, εμφανίστηκε μπροστά στο πλήθος που είχε συγκεντρωθεί στη πλατεία του Αγ. Πέτρου στη Ρώμη απευθύνθηκε προς αυτούς αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο που τον παρακολουθούσε από τα μέσα και το διαδίκτυο ως «επίσκοπος Ρώμης», υιοθετώντας έτσι μια οικουμενικά φιλική φρασεολογία για να περιγράψει τη διακονία του, η οποία είναι, συν τοις άλλοις, συμβατή με τις εκκλησιολογικές προϋποθέσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Επιπλέον, ο συγκεκριμένος Πάπας έχει επανειλημμένως και με πολλές ευκαιρίες περιγράψει την αρχή της «συνοδικότητας» ως συστατικό στοιχείο της Εκκλησίας αλλά και καθοριστικό χαρακτηριστικό για την πορεία της στην τρίτη χιλιετία. Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς επί μακρόν για να καταδείξει ότι ο συνοδικός θεσμός αποτελεί θεμελιακό στοιχείο για την εκκλησιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας και έχει αναγνωριστεί, όχι άδικα, ως μια από τις σημαντικότερες συνεισφορές των Ορθοδόξων στον οικουμενικό διάλογο.

Η ευρύτητα πνεύματος του Πάπα Φραγκίσκου και η δημιουργική και θετική του προσέγγιση σε ευαίσθητα ζητήματα που αφορούν την Ορθόδοξη παράδοση αποτελούν ελπιδοφόρα σημάδια της κοινής πορείας της Ρωμαιοκαθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας προς την πλήρη ενότητα.

Υιοθετώντας, επομένως, μια θεολογική και εκκλησιαστική αρχή που χαρακτηρίζει κατεξοχήν την Ορθόδοξη Εκκλησία –παρά τις όποιες αδυναμίες στην εφαρμογή σε πρακτικό επίπεδο που αντανακλώνται στις διορθόδοξες σχέσεις–, ο Πάπας Φραγκίσκος κατέδειξε το δημιουργικό και αποτελεσματικό τρόπο με τον οποίο ο οικουμενικός διάλογος και η προσέγγιση του ομολογιακά «άλλου» μπορεί να εμπλουτίσει εσωτερικές εκκλησιαστικές διαδικασίες και να καταστεί επωφελής για κάθε μια από τις χριστιανικές παραδόσεις. Υπό αυτή την έννοια, δεν θα πρέπει να προκαλεί καμία έκπληξη το γεγονός ότι στην παπική εγκύκλιο «Laudato si» (2015) υπήρξε ρητή αναφορά στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ο οποίος χαρακτηρίστηκε πηγή έμπνευσης για το οικο-θεολογικό όραμα του Πάπα Φραγκίσκου. Η αναγνώριση αυτή της αξίας και της σημασίας της μακράς ενασχόλησης του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, ο οποίος για δεκαετίες διακηρύσσει πως η μέριμνα για το περιβάλλον αποτελεί θρησκευτική επιταγή και το όνομά του έχει καταστεί συνώνυμο της οικολογικής θεολογίας, κερδίζοντας το τίτλο του «Πράσινου Πατριάρχη», υπογραμμίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, πως η συνεργασία μεταξύ θρησκευτικών ηγετών θα μπορούσε να ευαισθητοποιήσει τόσο τις αρμόδιες αρχές όσο και την κοινή γνώμη αναφορικά με θέματα παγκόσμιου ενδιαφέροντος, όπως είναι η κλιματική αλλαγή και η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Με λίγα λόγια, η ευρύτητα πνεύματος του Πάπα Φραγκίσκου και η δημιουργική και θετική του προσέγγιση σε ευαίσθητα ζητήματα που αφορούν την Ορθόδοξη παράδοση αποτελούν ελπιδοφόρα σημάδια της κοινής πορείας της Ρωμαιοκαθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας προς την πλήρη ενότητα. Ένα επιπρόσθετο στοιχείο που θα πρέπει να επισημανθεί και το οποίο εξηγεί την αυξανόμενη δημοτικότητα του Πάπα Φραγκίσκου μεταξύ των Ορθοδόξων, παρά τα όποια τραύματα του ιστορικού παρελθόντος, σχετίζεται με τις δημόσιες ομιλίες, τις δηλώσεις, τις χειρονομίες και τα γραπτά κείμενα του Ρωμαίου ποντίφικα που κατατείνουν προς μια ανοιχτόμυαλη και φιλάνθρωπη ερμηνεία του χριστιανικού μηνύματος, προς «μία Εκκλησία φτωχή και των φτωχών» (βλ. και το ομώνυμο βιβλίο του στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Πόλις»), που με ειλικρίνεια εργάζεται για τη μετάνοια, τη συμφιλίωση και την καταλλαγή. 

Ο χαρακτήρας της επίσκεψης του Πάπα Φραγκίσκου

Η Ανατολική Μεσόγειος αποτελεί αναμφίβολα μια περιοχή κεντρικής σημασίας αναφορικά με την ιστορική πορεία του Χριστιανισμού ανά τους αιώνες. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος συνδέονται έμμεσα ή άμεσα με τις αποστολικές περιοδείες του Αποστόλου Παύλου. Η επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου, επομένως, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, ως ένα προσκυνηματικό ταξίδι σε περιοχές που συνδέονται με τις απαρχές του Χριστιανισμού, στα βήματα των Αποστόλων. Παράλληλα με τις χριστιανικές τους ρίζες η Κύπρος και η Ελλάδα, χαρακτηρίζονται από ένα κοινό πολιτισμικό υπόβαθρο που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ελληνική πολιτισμική παράδοση. Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξει κανείς ότι το συγκεκριμένο ταξίδι του Πάπα Φραγκίσκου είχε ως στόχο να τιμήσει τη δημιουργική αυτή σχέση μεταξύ Χριστιανισμού και Ελληνισμού, όπως αυτή εκφράστηκε αρχικά στα κείμενα της Καινής Διαθήκης και στη συνέχεια μέσα από τις δογματικές διατυπώσεις των Οικουμενικών Συνόδων κατά την πρώτη χριστιανική χιλιετία καθώς και τη θεολογική σκέψη των Ελλήνων Πατέρων που αφομοίωσαν τις φιλοσοφικές κατηγορίες του ελληνικού λόγου στο χριστιανικό Ευαγγέλιο.

Για δεκαετίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο έχει εκδηλωθεί ένα ισχυρό αντιδυτικό κίνημα που βασίζεται στα ιστορικά τραύματα του παρελθόντος, σ’ ένα λαϊκιστικό αφήγημα μιας υποτιθέμενης ελληνικής μοναδικότητας, καθώς και σε ιδέες εκκλησιολογικής αποκλειστικότητας […] Η διαπίστωση αυτή συμπληρώνεται από την αμφιθυμία και τη διγλωσσία αρκετών εκπροσώπων της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Οικουμενική κίνηση, όπου εφαρμόζεται μια οικουμενική ρητορική ad extra αλλά και μια συντηρητική και απολογητική, αλλά όχι κατ’ ανάγκην αντιοικουμενική, ρητορική ad intra […] Γι’ αυτό και εντός της Ορθόδοξης Εκκλησίας βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και ευδοκιμούν ακραίες αντιοικουμενικές και αντιδυτικές τάσεις.

Από την άλλη πλευρά, κάθε παπική επίσκεψη δεν φέρει μόνο μια ιστορική διάσταση αλλά επιπλέον ενέχει ένα συμβολικό μήνυμα, προσφέροντας προοπτικές σε κρίσιμα σύγχρονα ζητήματα. Υπ’ αυτή την έννοια, η επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου στην Ελλάδα και την Κύπρο λαμβάνει χώρα σε μια περίοδο κατά την οποία, οι προσφυγικές ροές, εξαιτίας και της πρόσφατης πολιτικής κρίσης στο Αφγανιστάν, αναμένεται να αυξηθούν. Δεν χρειάζεται να μακρηγορήσει κανείς για να επισημάνει την ιδιαίτερη ευαισθησία που έχει επιδείξει ο Πάπας Φραγκίσκος αναφορικά με την προσφυγική κρίση. Αρκεί να αναφέρουμε ότι κατά την προηγούμενη έλευσή του στην Ελλάδα, το 2016, επισκέφτηκε μαζί με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο τη Λέσβο για να εκφράσει την ηθική υποστήριξη και την αλληλεγγύη του προς τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο που βρίσκονταν εγκλωβισμένοι στο νησί αλλά και για να ενθαρρύνει τον τοπικό πληθυσμό που καταγίνεται με την φιλοξενία και την κοινωνική ενσωμάτωση των προσφύγων. Μια δεύτερη μετάβαση στη Λέσβο συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα της τωρινής παπικής επίσκεψης στην Ελλάδα, η οποία θα πρέπει να γίνει κατανοητή όχι απλώς ως μια αναμνηστική πράξη της πρώτης επίσκεψης αλλά περισσότερο ως μια υπενθύμιση της ηθικής υποχρέωσης που έχουμε όλοι ως χριστιανοί για τη μέριμνα και την υπεράσπιση όλων όσοι υποφέρουν. Τέλος, η επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου προσέφερε μια επιπλέον ευκαιρία στον τοπικό χριστιανικό πληθυσμό τόσο της Ελλάδος όσο και της Κύπρου, που ανήκει κατά κύριο λόγο στην Ορθόδοξη Εκκλησία, να υπερβεί τις όποιες προκαταλήψεις και τις διενέξεις του παρελθόντος που εδράζονται κυρίως στις τραγικές εμπειρίες της Δ΄ Σταυροφορίας και τις επιθετικές πρακτικές του ρωμαιοκαθολικού προσηλυτισμού εις βάρος των Ορθοδόξων στους δύσκολους αιώνες της Τουρκοκρατίας, βελτιώνοντας τα αισθήματά του προς τους Ρωμαιοκαθολικούς χριστιανούς, ώστε να μην τους αντιμετωπίζει με επιφύλαξη και καχυποψία αλλά ως αληθινούς αδελφούς εν Χριστώ. 

Προκλήσεις και ευκαιρίες της επίσκεψης του Πάπα Φραγκίσκου

Η υπέρβαση των προκαταλήψεων του παρελθόντος αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις και ευκαιρίες της συγκεκριμένης παπικής επίσκεψης σε Ελλάδα και Κύπρο. Αν θελήσουμε να είμαστε ευθείς και ξεκάθαροι σ’ αυτό το ζήτημα θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι για δεκαετίες και στις δυο ελληνόφωνες Ορθόδοξες αυτές χώρες έχει εκδηλωθεί ένα ισχυρό αντιδυτικό κίνημα που βασίζεται στα ιστορικά τραύματα του παρελθόντος, σ’ ένα λαϊκιστικό αφήγημα μιας υποτιθέμενης ελληνικής μοναδικότητας, καθώς και σε ιδέες εκκλησιολογικής αποκλειστικότητας. Επιπρόσθετα, παρά την θεσμική συμμετοχή όλων των κανονικών αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών στην οικουμενική κίνηση και την γόνιμη και εποικοδομητική συμβολή τους σε πολλά νευραλγικά θέματα αλλά και τον ηγετικό ρόλο διακεκριμένων Ορθοδόξων θεολόγων στην προώθηση της οικουμενικής συνεννόησης και του θεολογικού στοχασμού ενόψει της χριστιανικής ενότητας, φαίνεται ότι στους Ορθοδόξους, ιδιαιτέρως δε στα μοναστικά περιβάλλοντα, τον κατώτερο κλήρο και την λαϊκή βάση, υπήρχε πάντα μία σταθερή καχυποψία, αν όχι μία ξεκάθαρη απόρριψη του οικουμενικού διαλόγου. Η διαπίστωση αυτή συμπληρώνεται από την αμφιθυμία και τη διγλωσσία αρκετών εκπροσώπων της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Οικουμενική κίνηση, όπου εφαρμόζεται μια οικουμενική ρητορική ad extra αλλά και μια συντηρητική και απολογητική, αλλά όχι κατ’ ανάγκην αντιοικουμενική, ρητορική ad intra. Γι’ αυτό και εντός της Ορθόδοξης Εκκλησίας βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και ευδοκιμούν ακραίες αντιοικουμενικές και αντιδυτικές τάσεις.

Υιοθετώντας, επομένως, μια θεολογική και εκκλησιαστική αρχή που χαρακτηρίζει κατεξοχήν την Ορθόδοξη Εκκλησία –παρά τις όποιες αδυναμίες στην εφαρμογή σε πρακτικό επίπεδο που αντανακλώνται στις διορθόδοξες σχέσεις–, ο Πάπας Φραγκίσκος κατέδειξε το δημιουργικό και αποτελεσματικό τρόπο με τον οποίο ο οικουμενικός διάλογος και η προσέγγιση του ομολογιακά «άλλου» μπορεί να εμπλουτίσει εσωτερικές εκκλησιαστικές διαδικασίες και να καταστεί επωφελής για κάθε μια από τις χριστιανικές παραδόσεις.

Υπ’ αυτό το πρίσμα θα πρέπει να κατανοηθούν και να ερμηνευτούν οι όποιες αντιδράσεις έλαβαν χώρα εναντίον της παπικής επίσκεψης από μια μικρή αλλά θορυβούσα μειοψηφία Ορθοδόξων φονταμενταλιστών. Ωστόσο, σε σύγκριση με την τελευταία επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου στην Ελλάδα το 2016, αλλά πολύ περισσότερο με την επίσκεψη του Ιωάννη Παύλου του Β΄ στην Αθήνα το 2001, οι τωρινές αντιδράσεις ήταν εμφανώς λιγότερο δυναμικές, γεγονός που θα πρέπει να εκληφθεί ως σημάδι ελπίδας και προόδου για τον αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών. Υπό αυτή την έννοια, η επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου στην Κύπρο και την Ελλάδα σηματοδοτεί ένα θετικό γεγονός με οικουμενική σημασία, αφού συγκεκριμενοποιεί με απτά στοιχεία την πρόοδο του επίσημου θεολογικού διαλόγου μεταξύ Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.


Ο Παντελής Καλαϊτζίδης, Δρ. Θ., είναι Διευθυντής της Ακαδημίας της Θεολογικών Σπουδών Βόλου, Ερευνητικός Εταίρος των Πανεπιστημίων Μύνστερ και KU Leuven και Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της European Academy of Religion.

Το παρόν κείμενο αποτελεί επεξεργασία συνέντευξης που παραχώρησε ο συγγραφέας στο αμερικανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο National Catholic Reporter

Ευχαριστίες εκφράζονται στο Νίκο Κουρεμένο, Δρ. Κοπτικών Σπουδών, και Επιστημονικό Συνεργάτη της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου για την συμβολή του στην προετοιμασία του κειμένου και τη μετάφρασή του από τα αγγλικά. 

Το εικαστικό προέρχεται από τοιχογράφημα (graffito) που διακοσμεί τοίχο στο εσωτερικό της   Fondazione per le scienzereligiose (Fscire) στη Bologna