Το εικαστικό θέμα είναι πίνακας του Vincent Van Gogh με τίτλο "Ελαιόδεντρα με κίτρινο ουρανό και ήλιο".

ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ/ΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ.

Ξεκινήστε

Το δίλημμα αναγνώριση/μη αναγνώριση και η εφαρμογή της στο διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς σχέσεις. Εισαγωγικές παρατηρήσεις.

Ακούστε το άρθρο:

«Η μη αναγνώριση ή η λανθασμένη αναγνώριση μπορεί να προκαλέσει βλάβη,

μπορεί να αποτελέσει μια μορφή καταπίεσης, εγκλωβίζοντας κάποιον

 σε έναν ψεύτικο, διαστρεβλωμένο και απαξιωμένο τρόπο ύπαρξης».

Charles Taylor

Η παρούσα εργασία ασχολείται με τη σχέση μεταξύ της αναγνώρισης των διαφορετικών άλλων και της εφαρμογής της ισχύος στις διεθνείς σχέσεις. Έχοντας εμπνευστεί από την περιγραφή της αναγνώρισης του Charles Taylor, υποστηρίζω ότι η προθυμία να αναγνωριστεί η ίση αξία των διαφορετικών άλλων οδηγεί σε πολιτικές ένταξης και τελικά σε μια δίκαιη διεθνή τάξη. Αυτό μπορεί να ονομαστεί και αναγνώριση ως δικαιοσύνη. Ωστόσο, η απουσία αναγνώρισης σηματοδοτεί ένα είδος απροθυμίας να αναγνωριστεί η ίση αξία των διαφορετικών άλλων με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό και την καταπίεση. Πράγματι, η μη αναγνώριση ή η λανθασμένη αναγνώριση φανερώνει την εφαρμογή μιας αόρατης εξουσίας στη σχέση μεταξύ ατόμων και εθνών.

Το δίλημμα της αναγνώρισης/μη αναγνώρισης διαμορφώνει τη θεωρία των Διεθνών Σχέσεων σε τρεις συγκεκριμένους, αλλά αλληλένδετους τομείς έρευνας. Ο πρώτος είναι μια έκκληση για την πολιτική αναγνώριση της ισότητας των διαφορετικών άλλων μέσα στο δικό τους πολιτισμικό πλαίσιο και τον εθνικό τους λόγο. Η αναγνώριση με αυτή την έννοια είναι μια κατηγορική ανάγκη για την οικοδόμηση της ταυτότητας.[1]  Αυτό σημαίνει ότι η απροθυμία αναγνώρισης των διαφορετικών άλλων αντανακλά τον αποκλεισμό τους από τον «βιόκοσμο».

Η δεύτερη υπόθεση απορρέει από τη θεώρηση της μη αναγνώρισης ως αποκλεισμού και, ως εκ τούτου, αφορά στο ερώτημα του πώς θα αποδοθεί δικαιοσύνη σε εκείνους που λόγω της διακριτής τους ταυτότητας αποκλείονται από τη συζήτηση σχετικά με τη  διεθνή ζωή. Αυτή η προσέγγιση της δικαιοσύνης που βασίζεται στην αναγνώριση απαιτεί μια επείγουσα αναδιοργάνωση της αδικίας που διακρίνει τη διεθνή τάξη και προσφέρει μια ιστορικά τεκμηριωμένη και ερμηνευτική προοπτική σχετικά με το τι πρέπει να θεωρηθεί ως το σημείο έναρξης του αγώνα των αποκλεισμένων εθνών για την αναγνώριση της διακριτής τους ταυτότητας.

Ωστόσο, η απουσία αναγνώρισης σηματοδοτεί ένα είδος απροθυμίας να αναγνωριστεί η ίση αξία των διαφορετικών άλλων με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό και την καταπίεση. Πράγματι, η μη αναγνώριση ή η λανθασμένη αναγνώριση φανερώνει την εφαρμογή μιας αόρατης εξουσίας στη σχέση μεταξύ ατόμων και εθνών.

Η τρίτη είναι η ιδέα ότι μια αναθεώρηση της παγκόσμιας τάξης με βάση τη συναίνεση συμβάλλει σε μια αλληλεγγύη που είναι αξιόπιστη και, ως εκ τούτου, ενδεχομένως και σε μια ειρήνη που θα είναι περισσότερο συνεπής και ανθεκτική. Η αναθεώρηση αυτή δίνει τη δυνατότητα σε εναλλακτικούς τρόπους ουσιαστικής συμμετοχής των διαφορετικών άλλων, επομένως έχει τη δυνατότητα να υπερβεί την ασυμβατότητα των αμφισβητούμενων προοπτικών που υπάρχουν μεταξύ των διαφόρων εθνών.  Αυτού του είδους η συναίνεση, η οποία έχει προωθηθεί από πολλαπλούς διαύλους διαλόγου για την προώθηση της κοινής γνώσης και εμπειρίας της πολιτικής ζωής, επιτρέπει την αποκάλυψη των προσόντων του «βιόκοσμου» σε μια πιο περιεκτική μορφή παγκόσμιας τάξης. Η νέα αυτή τάξη θα αποτελέσει ένα κοινωνικό κατασκεύασμα επειδή δημιουργείται μέσω της ουσιαστικής συμμετοχής στο πλαίσιο μιας επάλληλης συναίνεσης.[2]

Ο σκεπτικισμός αυτός που εξαπλώνεται, εκφράζεται με μια γενναία διερώτηση: «Μας κακομεταχειρίζεται η Δύση ή η ανάπτυξή μας ματαιώνεται από τη Δύση;». Δεν πρόκειται εδώ για μια πολεμική δήλωση, αλλά, μάλλον, για έναν προκλητικό ισχυρισμό ο οποίος εδράζεται σε έναν βαθύ φιλοσοφικό προβληματισμό για την κατανόηση των υπό εξέλιξη μεταβολών στην υπάρχουσα φύση του βιόκοσμου και της προθυμίας μας να τον αλλάξουμε. Αυτό σημαίνει ότι στον κόσμο σήμερα υπάρχει η βούληση για αλλαγή. Όπως υποστηρίζει ο Taylor, το «δεν καταλαβαίνω» αλλάζει το ίδιο, επομένως θα πρέπει να υπάρχει μια επιτακτική ανάγκη φιλοσοφικής κατανόησης για τις αλλαγές.

Είναι σημαντικό να εξετάσουμε πώς τα διάφορα έθνη αναγνωρίζονται πολιτικά και θεσμικά από τον υπόλοιπο κόσμο, προκειμένου να συμμετέχουν πλήρως στην ζωή του κόσμου. Πρόκειται για μια συζήτηση η οποία έχει οδηγήσει σε έναν παγκοσμίως διαδεδομένο σκεπτικισμό που θεωρεί τη Δύση -ιδιαίτερα τις ΗΠΑ- ως καταπιεστή που συνθλίβει και εκμεταλλεύεται τους διαφορετικούς άλλους. Μέσα από αυτή την αυξανόμενη συνείδηση, τα ερωτήματα σχετικά με τη φύση της κυριαρχίας/υποταγής ή της κυριαρχίας/υπακοής  του βιόκοσμου αυξάνονται στο σημερινό πολιτικό τοπίο με επίκεντρο τα ερωτήματα «ποιος κυβερνά τον κόσμο», «αναγνωριζόμαστε πραγματικά ως ισότιμα διαφορετικά όντα» και «γιατί μας έχουν παρουσιάσει με τρόπο εξευτελιστικό». Ο σκεπτικισμός αυτός που εξαπλώνεται, εκφράζεται με μια γενναία διερώτηση: «Μας κακομεταχειρίζεται η Δύση ή η ανάπτυξή μας ματαιώνεται από τη Δύση;». Δεν πρόκειται εδώ για μια πολεμική δήλωση, αλλά, μάλλον, για έναν προκλητικό ισχυρισμό ο οποίος εδράζεται σε έναν βαθύ φιλοσοφικό προβληματισμό για την κατανόηση των υπό εξέλιξη μεταβολών στην υπάρχουσα φύση του βιόκοσμου και της προθυμίας μας να τον αλλάξουμε. Αυτό σημαίνει ότι στον κόσμο σήμερα υπάρχει η βούληση για αλλαγή. Όπως υποστηρίζει ο Taylor, το «δεν καταλαβαίνω» αλλάζει το ίδιο, επομένως θα πρέπει να υπάρχει μια επιτακτική ανάγκη φιλοσοφικής κατανόησης για τις αλλαγές.

Αυτού του είδους ο κριτικός στοχασμός επιδιώκει να προωθήσει την αναγκαιότητα ενός συγκεκριμένου είδους ουσιαστικής μεταρρύθμισης τόσο στο πνεύμα όσο και στο σύστημα του βιόκοσμου με στόχο να ανοίξει η πύλη του διαλόγου, της αμοιβαίας αναγνώρισης και της κατανόησης για χάρη ενός αξιόπιστου μόνιμου ειρηνικού βίου. Επιβάλλεται σε αυτόν τον στοχασμό η ανάγκη να αγωνιστούμε για θεσμικές μεταρρυθμίσεις για την επίτευξη μιας πιο δίκαιης παγκόσμιας τάξης πραγμάτων που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις δημοκρατικές αξίες, τη συμμετοχική ισοτιμία, την αγάπη για την ειρήνη, το σεβασμό του δικαιώματος, την υπεράσπιση της δικαιοσύνης και τα υπεύθυνα καθεστώτα. Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή θα είναι βιώσιμη  μόνο όταν στο πλαίσιο της παγκόσμιας διακυβέρνησης προωθείται και εκτελείται μια πιο περιεκτική συμμετοχική πολιτική σύμφωνα με την αμοιβαία πολιτική αναγνώριση. Παρ’ όλα αυτά τα πιεστικά αιτήματα για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, δεδομένου ότι δεν υπάρχει κεντρική αρχή στο διεθνές σύστημα που να έχει το καθήκον ή να κατέχει τη δύναμη να προωθήσει και να καθιερώσει την κεντρική σημασία της αναγνώρισης για έναν κόσμο δίκαιο, αυτό αποτελεί καθήκον όλων των φιλειρηνικών και δημοκρατικών κρατών καθώς και των θεσμών της κοινωνίας των πολιτών (είτε στο εσωτερικό είτε σε παγκόσμιο επίπεδο) να εργαστούν για να ανοίξουν την πύλη του διαλόγου και της αναγνώρισης στην παγκόσμια κοινωνία.

 * Η έννοια του «βιόκοσμου» αφορά έναν μη πραγματικό υπερβατικό τόπο όπου ομιλητής και ακροατής συναντώνται, όπου μπορούν αμοιβαία να εγείρουν αιτήματα ότι τα λεγόμενά τους συμφωνούν με τον κόσμο (αντικειμενικό, κοινωνικό ή υποκειμενικό) και όπου μπορούν να ασκήσουν κριτική και να επιβεβαιώσουν αυτά τα αιτήματα εγκυρότητας, να διευθετήσουν τις διαφωνίες τους και να καταλήξουν σε συμφωνίες.


[1] Χρησιμοποιώ τον όρο κατηγορική προοπτική για να τονίσω την αναμφισβήτητη σημασία των βασικών αξιών, οι οποίες δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να παραβιάζονται. Ως έννοια που κατάγεται φιλοσοφικά από τον Καντ, η κατηγορική προοπτική καταλήγει να είναι ένα μοντέλο συμπεριφοράς στον βιόκοσμο που τείνει να διαφυλάξει τα ανθρώπινα όντα έναντι των κυρίαρχων συμβολαιοκρατικών περιγραφών των διεθνών σχέσεων. Η κατηγορική ερμηνεία της αρχής της δίκαιης συμπεριφοράς ενθαρρύνει τον καθορισμό της ιδέας της πολιτικής αναγνώρισης της ισότητας ως βάσης μιας ειρηνικής παγκόσμιας τάξης βασισμένης στη δικαιοσύνη. Η υπεροχή της σημασίας που δίνεται στην αξία ενός ανθρώπινου όντος έναντι της διεθνούς τάξης μπορεί να βρεθεί στο άρθρο 28 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στο άρθρο 2 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών- αυτό αποκαλύπτει σαφώς το υποκείμενο βάρος της κατηγορικής ερμηνείας των κανόνων και των αρχών του κόσμου της ζωής. 

[2] Σε αυτή τη συγκεκριμένη ανάγνωση της έννοιας της «επάλληλης συναίνεσης» εμπνέομαι από τον Taylor, ο οποίος προσπαθεί με αισιοδοξία να διατυπώσει μια νέα πρόταση για την επάλληλη συναίνεση στο άρθρο του με τίτλο «Προϋποθέσεις μιας μη εξαναγκασμένης συναίνεσης». Βλέπε Taylor, «Conditions of an Unforced Consensus», σ. 124. Στα κείμενά του για τη «Δυναμική του δημοκρατικού αποκλεισμού» και «Δημοκρατία, περιεκτική και αποκλειστική», προτιμά να ακολουθήσει το παράδειγμα του Gadamer προκειμένου να αντικαταστήσει τη γλώσσα της «επάλληλης συναίνεσης» με την ιδέα της «συγχώνευσης των οριζόντων».


Ο Δρ. Mahmoud Masaeli είναι Εκτελεστικός διευθυντής του οργανισμού: Alternative Perspectives and Global Concerns, και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ottawa (Καναδάς).

Μετάφραση από τα Αγγλικά: Θεοδώρα Βαλσάμου.

Το ιστολόγιο «πολυμερώς και πολυτρόπως» προάγει τον διάλογο και τη συζήτηση για θέματα που σχετίζονται με την Ορθόδοξη θεολογία και παράδοση, με τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις, καθώς επίσης και με ζητήματα διαθρησκειακού διαλόγου. Οι απόψεις που εκφράζονται από τους συγγραφείς των επιμέρους άρθρων δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.

ΜΗΝ ΤΟ ΧΑΣΕΤΕ