ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΙΣΟΤΙΜΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ
«Για να μπορώ να είμαι, πρέπει να είμαι άλλος,
Να βγω από εμένα, να με ψάξω ανάμεσα στους άλλους,
που δεν είναι αν εγώ δεν υπάρχω,
τους άλλους που μου δίνουν πλήρη ύπαρξη»
Άκου (Octavio Paz, Ηλιόπετρα)
Ακούστε το άρθρο:
Πριν από λίγες μέρες επισκέφτηκα το ξεχωριστό και πραγματικά αξιόλογο μουσείο Ασιατικής Τέχνης στην Κέρκυρα. Στο μουσείο φιλοξενούνται εκθέματα σχετικά με τις αρχαιότητες, την τέχνη και τους πολιτισμούς της Ασίας. Η περιήγηση στις ιδιαίτερα καλαίσθητες αίθουσες ενίσχυσε την άποψή μου ότι τα εκθέματα αυτά δεν είναι πολιτιστικά ουδέτερα αλλά έχουν άμεση σχέση με τις θρησκευτικές παραδόσεις και δοξασίες των ανθρώπων και των λαών που τα δημιούργησαν. Για να κατανοήσει κανείς τις μορφές, τα αντικείμενα, τα σχήματα, τα σύμβολα και τις νοηματικές αναπαραστάσεις των εκθεμάτων, θα έπρεπε να γνωρίζει τα στοιχειώδη της θρησκευτικής γλώσσας καθώς και να έχει βασικές γνώσεις θρησκειολογίας.
Εκείνες τις ημέρες στην έγκριτη εφημερίδα Η Καθημερινή δημοσιεύτηκε άρθρο (19/07/2024[1]), σύμφωνα με το οποίο το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων σκοπεύει να δημιουργήσει ένα ισότιμο μάθημα για όσους μαθητές/όσες μαθήτριες δικαιούνται απαλλαγής από το Μάθημα των Θρησκευτικών. Η αναγκαιότητα ενός ισότιμου μαθήματος προκύπτει από τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (1749 και 1750/2019). Πρόθεση του Υπουργείου είναι η δημιουργία ενός μαθήματος «Ηθικής». Σύμφωνα με το δημοσίευμα έχει ήδη συσταθεί Επιτροπή για την κατάρτιση των Προγραμμάτων Σπουδών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στο μάθημα «Ηθική» που θα είναι ισότιμο του μαθήματος των Θρησκευτικών και θα απευθύνεται σε όσες μαθήτριες/όσους μαθητές δικαιούνται απαλλαγή.
Η απόφαση φαίνεται από πολιτική σκοπιά οριστικά ειλημμένη. Ωστόσο θαρρώ ότι έστω και την ύστατη στιγμή απαιτείται να σημειωθούν ορισμένα πράγματα σχετικά με το ισότιμο μάθημα. Πριν προχωρήσω στις σκέψεις μου, θα ήθελα να σημειώσω ότι σε καμία περίπτωση στο παρόν κείμενο δεν επιδιώκεται η συγκριτική αποτίμηση γνωστικών αντικειμένων και η ανάδειξη της ανωτερότητας του ενός έναντι του άλλου.
Η επιλογή της «Ηθικής» αυτόματα οδηγεί τους μαθητές/τις μαθήτριες που απαλλάσσονται από τα Θρησκευτικά σε έλλειψη θρησκευτικού γραμματισμού. Δε θα γνωρίσουν, ούτε θα εξοικειωθούν με τη θρησκευτική γλώσσα, τις βαθύτερες σημασίες της και την επίδρασή της στον κοινωνικό χώρο και τον πολιτισμό. Στο πλαίσιο του δημόσιου σχολείου οι ετερόθρησκοι (μη Ορθόδοξοι μαθητές/-τριες) δεν θα γνωρίσουν και δεν θα κατανοήσουν τη δική τους θρησκευτική παράδοση, ενώ οι μαθητές/-τριες που είναι άθεοι, αγνωστικιστές ή δεν εντάσσονται σε καμία θρησκευτική κοινότητα, δε θα μάθουν για τον τρόπο λειτουργίας και έκφρασης των θρησκευόμενων.
Αναμφίβολα η «Ηθική» ως κλάδος της Φιλοσοφίας αποτελεί σημαντικό γνωστικό πεδίο. Η εισαγωγή του μαθήματος της Ηθικής στο σχολείο θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις οι μαθητές/-τριες να ασχοληθούν με καίρια και διαχρονικά ηθικά προβλήματα και διλήμματα και να οδηγηθούν σε γόνιμο προβληματισμό. Βέβαια, τα ηθικά ζητήματα, οι προβληματισμοί και τα διλήμματα εξετάζονται σε μεγάλο εύρος και σε άλλα μαθήματα στο σχολείο, όπως η Λογοτεχνία, η Νεοελληνική Γλώσσα, τα Αρχαία Ελληνικά, η Ιστορία, η Φιλοσοφία (δε θα αναφερθώ στο Μάθημα των Θρησκευτικών γιατί αφενός το θεωρώ αυτονόητο, και αφετέρου για να μη συνδεθεί η Ηθική με τη Χριστιανική Ηθική).
Έχω όμως την αίσθηση ότι η αποκλειστική διδασκαλία της Ηθικής ως κλάδου της Φιλοσοφίας, δεν αποτελεί ισότιμο μάθημα με περιεχόμενο συναφές των Θρησκευτικών (εκτός εάν θεωρείται ότι τα Θρησκευτικά είναι αποκλειστικά μάθημα Χριστιανικής Ηθικής), διότι στερεί από τους μαθητές/τις μαθήτριες που δικαιούνται την απαλλαγή, μια βασική πηγή γνώσης, που είναι η θρησκευτική γνώση. Η Ηθική ως κλάδος της Φιλοσοφίας εξετάζει μέχρι ενός σημείου κοινά ζητήματα και αναδεικνύει κοινές αξίες με τον θρησκευτικό κόσμο -ανεξάρτητα από τη θρησκεία και τον θρησκευτικό κλάδο ή παράδοση. Ωστόσο δεν αναδεικνύει τα βαθύτερα θρησκευτικά κριτήρια και δεν παρέχει εξειδικευμένες θρησκευτικές γνώσεις.
Το Μάθημα των Θρησκευτικών περιλαμβάνει ηθικά ζητήματα αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι Ηθική. Πολύ περισσότερο έχει ως περιεχόμενα την ορθόδοξη θεολογία, τη λατρεία, τη χριστιανική μαρτυρία, την ανθρωπολογία, την τέχνη, τον πολιτισμό και τους πολιτισμούς, την κοινωνική συγκρότηση, την ιστορία, τις συμβολικές αναπαραστάσεις, τις αξίες, τις επιμέρους παραδόσεις, την επικοινωνία, τη θρησκειολογία, την κοινωνιολογία και τη φαινομενολογία της θρησκείας, τον διαθρησκειακό διάλογο. Από την άλλη, η «Ηθική» αποτελεί ένα ανεξάρτητο γνωστικό αντικείμενο (αναμφίβολα πολύ σημαντικό, όπως έγραψα πιο πάνω), το οποίο όμως δεν είναι θρησκευτική γνώση.
Η επιλογή της «Ηθικής» αυτόματα οδηγεί τους μαθητές/τις μαθήτριες που απαλλάσσονται από τα Θρησκευτικά σε έλλειψη θρησκευτικού γραμματισμού. Δε θα γνωρίσουν, ούτε θα εξοικειωθούν με τη θρησκευτική γλώσσα, τις βαθύτερες σημασίες της και την επίδρασή της στον κοινωνικό χώρο και τον πολιτισμό. Στο πλαίσιο του δημόσιου σχολείου οι ετερόθρησκοι (μη Ορθόδοξοι μαθητές/-τριες) δεν θα γνωρίσουν και δεν θα κατανοήσουν τη δική τους θρησκευτική παράδοση, ενώ οι μαθητές/-τριες που είναι άθεοι, αγνωστικιστές ή δεν εντάσσονται σε καμία θρησκευτική κοινότητα, δε θα μάθουν για τον τρόπο λειτουργίας και έκφρασης των θρησκευόμενων. Εξάλλου σύμφωνα με τη Σύσταση 1720 «Εκπαίδευση και Θρησκεία» της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης το κράτος-μέλος πρέπει να παρέχει θρησκευτική εκπαίδευση σε όλους τους μαθητές/όλες τις μαθήτριες.
Αναμφίβολα η αναγκαιότητα της θρησκευτικής παιδείας και γραμματισμού παραμένει χρήσιμη και στην εποχή μας. Παρενθετικά απαιτείται να σημειωθεί ότι ο θρησκευτικός γραμματισμός δεν έχει καμία σχέση με την κατήχηση. Ο θρησκευτικός γραμματισμός παρέχεται στο δημόσιο σχολείο, ενώ η κατήχηση αποτελεί έργο των εκκλησιαστικών και θρησκευτικών κοινοτήτων. Ας μη λησμονούμε ότι ακόμη και σε εκκοσμικευμένα περιβάλλοντα σε μεγάλο βαθμό τα κοινωνικά γεγονότα και τα μνημεία πολιτισμού έχουν θρησκευτική προέλευση ή συνδέονται με θρησκευτικές αναπαραστάσεις. Επιπρόσθετα πολλά ιστορικά γεγονότα, ηθικές κατακτήσεις και ηθικά διλήμματα έχουν θρησκευτικό υπόβαθρο. Ενδεικτικά αναφέρω τα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και διλήμματά όπως η ευθανασία, οι αμβλώσεις και η θανατική ποινή.
Η θρησκεία είναι παρούσα στον σύγχρονο και διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο με έργα που προάγουν τον πολιτισμό. Από την άλλη, πολλά σύγχρονα προβλήματα, όπως ο φανατισμός, η μισαλλοδοξία, η ξενοφοβία, ο φονταμενταλισμός, ο ρατσισμός, οι εθνοτικές συγκρούσεις, η βία έχουν θρησκευτικό υπόβαθρο. Οι θρησκευόμενοι με τις πράξεις τους μπορούν να συμβάλλουν στην ειρήνη, την κοινωνική δικαιοσύνη, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την καλλιέργεια των προϋποθέσεων μέσω του διαλόγου για έναν κόσμο φιλίας και ελπίδας. Συνάμα όμως μπορεί να αποβούν καταστροφικοί, όπως πολλές φορές φανερώνει η ιστορία. Το ζητούμενο είναι μέσα από τη θρησκευτική γλώσσα οι μαθητές/-τριες, θρησκευόμενοι και μη θρησκευόμενοι, να γνωρίσουν ότι η θρησκεία μπορεί να αποτελέσει βασικό παράγοντα σύναψης φιλόκαλων σχέσεων και καλλιέργειας των δημοκρατικών αξιών και της αρμονικής συμβίωσης.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το ισότιμο μάθημα των Θρησκευτικών μπορεί να είναι η Διαθρησκειακή Αγωγή και Εκπαίδευση. Η διαθρησκειακή εκπαίδευση αποτελεί μέρος της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Αξιοποιεί τις θεμελιώδεις αρχές και τεχνικές της διαπολιτισμικής αγωγής προσαρμοσμένες στη θρησκευτική γλώσσα και εστιάζει στη μελέτη των θρησκευτικών αντιλήψεων.
Σε γενικές γραμμές η διαπολιτισμική εκπαίδευση επιδιώκει τη συνάντηση, τον αμοιβαίο σεβασμό, τη συνεργασία, τη γόνιμη αλληλεπίδραση και την προαγωγή των πολιτισμών. Επομένως η αποδοχή της ισότητας και του σεβασμού των πολιτισμών καθώς και της ισοτιμίας των διαφορετικών πολιτισμικών κοινοτήτων αποτελούν θεμελιώδεις αρχές και εξασφαλίζουν ίσες ευκαιρίες για τις μειονότητες. Επιπρόσθετα η διαπολιτισμική αγωγή στοχεύει στη συνάντηση, τον σεβασμό, τη φιλία, την ενσυναίσθηση και την αλληλεγγύη των ετεροτήτων. Η διαπολιτισμική εκπαίδευση δεν επιδιώκει την κυριαρχία κάποιου πολιτισμού και ειδικά της επικρατούσας εθνικής ομάδας. Αντιθέτως προϋποθέτει τη διασφάλιση της τοπικής πολιτισμικής παράδοσης και άρα και της θρησκευτικής.
Οι επιμέρους στόχοι στη διαθρησκειακή εκπαίδευση είναι οι μαθητές/-τριες:
• να εξερευνήσουν, γνωρίσουν και διαλεχθούν σε βάθος με τη θρησκευτική ετερότητα,
• να ανακαλύψουν με αντικειμενικό τρόπο τη δική τους θρησκευτική πίστη, αν είναι θρησκευόμενοι, ή των άλλων θρησκευτικών παραδόσεων, εφόσον είναι άθεοι ή άθρησκοι ή αγνωστικιστές,
• να αντιληφθούν τον θρησκευτικό πλουραλισμό ως στοιχείο της σύγχρονης ζωής,
• να αναγνωρίσουν και μη θρησκευτικές θέσεις και αντιλήψεις που εξετάζουν παρόμοια ζητήματα με τις θρησκείες και να κατανοήσουν ότι οι θρησκευτικές θεωρήσεις της ζωής δεν είναι οι μοναδικές πολιτισμικές κατασκευές,
• να επαναπροσδιορίσουν τη δική τους ταυτότητα μέσα από τις αξίες των άλλων θρησκευτικών ταυτοτήτων καθώς και το περιεχόμενο της δικής τους φιλοσοφικής, θρησκευτικής και ηθικής στάσης, στο πλαίσιο ενός γόνιμου κριτικού στοχασμού για τον άνθρωπο, την κοινωνία, τον πολιτισμό,
• να κατανοήσουν ότι ο διάλογος αποτελεί τρόπο ζωής που αναπτύσσει την αλληλεγγύη,
• να καταστούν ενεργοί και δημοκρατικοί πολίτες.
Η διαθρησκειακή εκπαίδευση περιλαμβάνει τα παραπάνω χαρακτηριστικά με έμφαση στις θρησκευτικές αναπαραστάσεις και καλλιεργεί τον διάλογο των θρησκειών και τη διαθρησκειακή επικοινωνία. Στη θεματολογία της ανήκουν μύθοι, παραδόσεις, πολιτιστικά έθιμα και μνημεία των διάφορων θρησκειών (τέτοια θέματα μπορούν να διδαχτούν π.χ. στο Δημοτικό), η διδασκαλία, η λατρεία, η τέχνη, οι πολιτισμοί, οι σύγχρονες τάσεις και οι ανθρωπολογικές παραστάσεις των Μεγάλων και Ζωντανών Θρησκειών (π.χ. στο Γυμνάσιο και το Λύκειο), αλλά και θέματα σχετικά με την ηθική στις θρησκείες (π.χ. Γ΄ Γυμνασίου και στη Γ΄ Λυκείου).
Σε γενικές γραμμές η διαπολιτισμική εκπαίδευση επιδιώκει τη συνάντηση, τον αμοιβαίο σεβασμό, τη συνεργασία, τη γόνιμη αλληλεπίδραση και την προαγωγή των πολιτισμών. Επομένως η αποδοχή της ισότητας και του σεβασμού των πολιτισμών καθώς και της ισοτιμίας των διαφορετικών πολιτισμικών κοινοτήτων αποτελούν θεμελιώδεις αρχές και εξασφαλίζουν ίσες ευκαιρίες για τις μειονότητες. Επιπρόσθετα η διαπολιτισμική αγωγή στοχεύει στη συνάντηση, τον σεβασμό, τη φιλία, την ενσυναίσθηση και την αλληλεγγύη των ετεροτήτων.
Εξάλλου η διαθρησκειακή εκπαίδευση, όπως και η διαπολιτισμική αγωγή, διακρίνεται για τον ελαστικό χαρακτήρα του διδακτικού υλικού. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να δίνει έμφαση στη θρησκευτική πίστη (π.χ. στο πλαίσιο ενός προγράμματος διαδικασίας) των μαθητών/-τριών που έχουν απαλλαγή από το Μάθημα το Θρησκευτικών, δίχως να παραλείπονται οι γνώσεις για τις άλλες θρησκείες. Συγχρόνως μπορεί να φιλοξενεί ηθικές θέσεις που προέρχονται από αθεϊστικά ή μη θρησκευτικά και φιλοσοφικά περιβάλλοντα. Θεμελιώδης επιδίωξη αποτελεί η γνώση της θρησκείας κάθε μαθητή/-τρια αλλά και η γνωριμία με τις άλλες θρησκείες και φιλοσοφικές και ηθικές κοσμοθεωρίες.
Έτσι, το μάθημα αυτό γεφυρώνει τους ανθρώπους άλλων θρησκειών μέσα από τη αντικειμενική γνώση της δικής τους θρησκείας αλλά και των άλλων θρησκειών με παιδαγωγικές δεξιότητες που αποκλείουν τον συγκρητισμό. Συγχρόνως δεν δημιουργεί σύγχυση και περαιτέρω διαιρέσεις, όπως π.χ. αν η κάθε κοινότητα είχε το δικό της μάθημα Θρησκευτικών. Άλλωστε μια τέτοια προοπτική οδηγεί τα Θρησκευτικά σε μάθημα επιλεγόμενο ή ακόμη σε μάθημα που θα διδάσκεται μετά το πέρας του κανονικού ωρολογίου προγράμματος, για όσους μαθητές/όσες μαθήτριες το επιθυμούν.
Γιατί όμως ένα μάθημα Διαθρησκειακής Εκπαίδευσης είναι σημαντικό ως ισότιμο του Μαθήματος των Θρησκευτικών;
α) Ακολουθεί τις υποδείξεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για ισότιμο μάθημα, δίχως να χάνει τη συνάφεια και τη θρησκευτική ταυτότητα.
β) Δεν αποτελεί κατήχηση αλλά αντικειμενική θρησκευτική γνώση με έμφαση στη θρησκεία των μαθητών/-τριών κάθε τάξης και την αντικειμενική ανακάλυψη των υπόλοιπων θρησκειών σε επίπεδο γνώσεων.
γ) Διεισδύει σε βαθιά σε ηθικά ζητήματα αναδεικνύοντας τις ποικίλες ανθρωπολογικές, ηθικές αλλά και θρησκευτικές αιτίες, καλώντας τον μαθητή/τη μαθήτρια σε εξερεύνηση και γόνιμο προβληματισμό χρήσιμο για τη ζωή του/της. Επομένως διαθέτει μια ολιστική προσέγγιση στο θέμα της ηθικής.
δ) Δημιουργεί τις προϋποθέσεις για βαθύ θρησκευτικό γραμματισμό και ανακάλυψη των θρησκευτικών αναπαραστάσεων από κάθε μαθητή/-τρια. Ακόμη και από μαθητές/-τριες άθεους, αγνωστικιστές, άθρησκους.
ε) Αποτελεί μάθημα που ενώνει και δεν διαιρεί.
στ) Αναδεικνύει την ηθική ως φιλοσοφική έννοια αλλά προβάλλει και τις ποικίλες θρησκευτικές διαστάσεις της.
Επισκεφτείτε ή αναλογιστείτε την τελευταία σας επίσκεψη σε ένα οποιαδήποτε μουσείο του εξωτερικού ή της Ελλάδας (όχι μόνο της Κέρκυρας), σκεφτείτε σύγχρονα τραγούδια και ταινίες, θεάματα και εκδηλώσεις και θα διαπιστώσετε τη διαχρονική παρουσία της θρησκείας αλλά και τις δυναμικές επιδράσεις της στον σύγχρονο κόσμο, ακόμη και σε εκκοσμικευμένα περιβάλλοντα. Η απουσία θρησκευτικής γνώσης δημιουργεί περισσότερα προβλήματα, γι’ αυτό είναι αναγκαία η διδακτική της με έμφαση στη δημιουργική αλληλεπίδραση, την αντικειμενική γνώση και την καλλιέργεια δεξιοτήτων και στάσεων που αγκαλιάζουν το διαφορετικό αλλά και συμφιλιώνουν τις ετερότητες.
[1] https://www.kathimerini.gr/society/563132983/mathima-ithikis-gia-osa-paidia-den-didaskontai-thriskeytika/
Το εικαστικό θέμα αποτελεί έργο του Edward Munch με τίτλο “Historien” και αποτελεί μέρος μιας σειράς έργων που ο καλλιτέχνης φιλοτέχνησε για την Αίθουσα Τελετών του Πανεπιστημίου του Όσλο κατά την περίοδο 1909-1916.